Τετάρτη 24 Ιουνίου 2015

Η επιστροφή του πολιτικού λόγου



Η επανάκαμψη της Ελλάδας στην κεντρική σκηνή της Ευρώπης, με διαφοροποιημένη στάση απέναντι στους ισχυρούς συνομιλητές της που μονολογούσαν, θα σημάνει, ελπίζω, την επιστροφή της πολιτικής στην Ευρώπη. Γιατί πολιτική, στην καλύτερη περίπτωση, σημαίνει τη διαλεκτική της αντιπαράθεσης επιχειρημάτων για την υποστήριξη αντίπαλων θέσεων – στάσεων ζωής. Η πολιτική αντιπαλότητα, στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είχε εκλείψει πριν την εκλογή του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. στην Ελλάδα.
Ξανακούμε, επομένως, πολιτικό διάλογο στην Ευρώπη. Όχι αντίπαλα συνθήματα, απλώς, από ετερόκλητες πολιτικές αφετηρίες, αλλά λόγο ανθρώπων που όντως έχουν κάτι να κερδίσουν και κάτι να χάσουν σε πραγματικές συνθήκες αντιπαράθεσης, στην οποία διακυβεύεται η επιβίωση του ενός και του άλλου. Ίσως αποτελέσει προϋπόθεση ισχυρή, μια τέτοια κατάσταση, για την εκατέρωθεν επεξεργασία της πολιτικής τους ρητορικής, από την πλευρά των δεξιόστροφων, αφενός, και των αριστερών, αφετέρου, πολιτικών παρατάξεων.
Ο προβληματισμός για τη βελτιστοποίηση της πολιτικής ρητορικής θα παραγάγει καινούρια σκέψη και στα δύο στρατόπεδα. Η καινούρια σκέψη θα περιέχει, απαραίτητα, καινοφανείς ιδέες για τη διαχείριση των θέσεων που κατοχυρώνει η μια και η άλλη πλευρά στην πληθυσμιακή της εκπροσώπηση στην Ευρώπη. Ωφελημένοι, στην περίπτωση αυτή, θα είναι οι πληθυσμοί της Ευρώπης ανεξαιρέτως. Ο καινούριος λόγος θα προκαλέσει φρέσκες αναλύσεις δημοσιολόγων, διανοητών και δημοσιογράφων, οι οποίοι θα ενισχύουν τη στροφή στην ιδεολογική στοιχειοθέτηση των θέσεων και των δύο κυρίαρχων ιδεολογιών.
Οι ακροατές, έτσι, του πολιτικού λόγου αφενός, και των αναλύσεών του αφετέρου, θα έχουν κίνητρο για την ενεργό εμπλοκή τους στην πολιτική. Θα είναι τόσο διανοητικά ενδιαφέρουσα η ιδεολογική διαπάλη, που θα κινητοποιήσει το ένστικτο του πολίτη, ο οποίος  ύπνωττε, τα μέγιστα, εξαιτίας της αδιαφορίας που του προκαλούσε ένας παρωχημένος πολιτικός λόγος, όποια ιδεολογήματα κι αν εξέφραζε. Έκφραση της αδιαφορίας αυτής ήταν η αποχή που τηρούσε μεγάλη μάζα των ψηφοφόρων στις εκλογικές αναμετρήσεις.
Είχε περιπέσει η Ευρώπη σε πολιτική αδράνεια των πολιτών. Είχε αφεθεί το πολιτικό τοπίο να το νέμονται πολιτικοί οι οποίοι, επειδή κανένας δεν αξίωνε από αυτούς να σκεφτούν περισσότερο, διεκδικούσαν το δικαίωμα να μιλούν χωρίς να σκέφτονται και, το χειρότερο, να πράττουν χωρίς να σκέφτονται. Τώρα, όμως, καθώς όλοι υποχρεώνονται, για να στηρίξουν τις θέσεις τους, να μιλούν περισσότερο, και ο πολίτης που τους ακούει γίνεται περισσότερο προσεκτικός για όσα λένε.
Το γνωρίζουν οι πολιτικοί αυτό. Όσοι δεν συνειδητοποιήσουν ότι υπολείπεται η ρητορική τους σε περιεχόμενο, θα απολέσουν τις εντυπώσεις πρώτα και το εκλογικό τους εκτόπισμα στη συνέχεια. Θα ακούγονται οι λόγοι τους σαν μονότονα κρωξίματα βατράχων, οι οποίοι υπάρχουν μεν αλλά κανείς δεν τους προσέχει, επειδή συνηθίζεται ο θόρυβος που κάνουν σαν θόρυβος, απλώς, της νύχτας.
Η πολιτική νύχτα, θέλω να πιστεύω, στην Ευρώπη υποχωρεί. Κι όταν συμβαίνει αυτό στην Ευρώπη, τίποτα δεν μένει ίδιο στον κόσμο, γιατί ο λόγος που παρακινεί τον άνθρωπο παντού στη γη να σκεφτεί προερχόταν ιστορικά, ανέκαθεν, από την Ευρώπη. Η Ελλάδα ίσως διαδραματίσει πάλι το ρόλο που έπαιξε πολλές φορές: της εγερτήριας συνείδησης που μιλάει, που δεν σωπαίνει, δεν επαναλαμβάνει, δεν παραμιλά, δεν παραληρεί. Ο συγκροτημένος πολιτικός λόγος είναι ελληνικό προϊόν, αρχαίο. Αυτό το προϊόν επιστρέφει στην Ευρώπη προς διάχυση. Γιατί αυτό το προϊόν δεν πουλιόταν από την Ελλάδα. Ανέκαθεν χαριζόταν, δώρο στην ανθρωπότητα, ευρωπαϊκή και άλλη, που έπασχε από την ασθένεια της μειονεκτικής σκέψης που εκφραζόταν με πληκτικό λόγο.

Ο πρώτος που επανέφερε τον ελληνικό λόγο στην Ευρώπη ήταν ο Michel de Montaigne. Τη σκυτάλη την πήραν και άλλοι, Γάλλοι κυρίως στοχαστές και φιλόσοφοι, οι Διαφωτιστές κατεξοχήν, και Γερμανοί όπως ο Goethe, ο Nietzsche, o Rilke, o Heidegger και ο Horkheimer. Στον εικοστό αιώνα, πάλι, ήταν οι Γάλλοι που έστρεφαν συνέχεια το βλέμμα τους στην Ελλάδα, με κάθε ιστορική ευκαιρία, όπως ο Φρανσουά Ολάντ, στην προχθεσινή συνεδρία των Ευρωπαίων ηγετών. Αν όντως ο Ολάντ εκπροσωπεί τη Γαλλία που αγαπήσαμε οι Έλληνες και μας αγάπησε, θα έχει πολλά να ωφεληθεί από τον ομόλογό του Έλληνα ηγέτη. Και η Γαλλία, φυσικά, και η Ευρώπη, στην οποία πρέπει να συνεχίσει να γίνεται ο πολιτικός διάλογος που άρχισε πάλι, ευτυχώς όχι δειλά. Δειλά δεν θα μπορούσε, φυσικά, γιατί την αρχή την έκαναν, πάλι, Έλληνες από εκείνο το γνήσιο είδος· που δεν αποτιμούν ως ακριβότερο τίποτα, όταν αρθρώνουν λόγο που θυμίζει, στους ίδιους πρώτα, ότι είναι Έλληνες…    

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου