Τρίτη 30 Ιουνίου 2015

Τις πταίει;

Το επιχείρημα, ποικιλότροπα χρωματισμένο με εντάσεις της φωνής, από τον ψίθυρο του Μητσοτάκη μέχρι τα ουρλιαχτά του Βορίδη, είναι ένα, των πολεμίων της επιλογής του δημοψηφίσματος: είναι η τελευταία “άστοχη” απόφαση μιας “ανίκανης” κυβέρνησης και ενός “καταστροφικού” πρωθυπουργού. Αν δεν ήταν αυτός στη θέση που είναι, για να παίρνει αποφάσεις, όλα θα ήταν αλλιώς. Κανένα απ’ όσα δεινά διέρχεται τώρα η Ελλάδα δεν θα είχε επισυμβεί. Ο Γιούνκερ επίσης, ένα μήνα πριν, όταν άρχισε την προεκλογική του εκστρατεία εναντίον του Πρωθυπουργού των Ελλήνων, έκανε εύγλωττες αναφορές στον φίλο του Αντώνη Σαμαρά, με τον οποίο συνεννοούνταν πλήρως, και με τον οποίο δεν θα είχε ποτέ αυτά τα προβλήματα...  
            Όταν ακούω αυτούς, τους εγχώριους και τους ξένους προασπιστές της ευημερίας των Ελλήνων, δεν θεωρώ ότι απευθύνονται σ’ εμένα, και προσπαθώ να καταλάβω σε ποιους απευθύνονται. Μήπως στους μισθωτούς και τους συνταξιούχους Έλληνες που αισθάνθηκαν την “ικανότητα” των Καραμανλή, Παπανδρέου και Σαμαρά μέχρι το βαθύ εσωτερικό της σπονδυλικής τους στήλης; Απευθύνονται σ’ εκείνους που έχασαν, με τη συνδρομή και της εμπειρογνωμοσύνης των ικανότατων επιτελείων του Γιούνκερ, το μισό εισόδημά τους, ενώ το υπόλοιπο κλήθηκαν να το καταβάλλουν σε φόρους; Μήπως απευθύνονται, οι χρήστες του ενός επιχειρήματος, στους χιλιάδες επιχειρηματίες που έκλεισαν τις επιχειρήσεις τους, επειδή ο πληθυσμός των μισθοσυντήρητων έχασε την αγοραστική του δύναμη; Μήπως απευθύνονται στους ανέργους, που σκέφτονται τη ζωή τους τα τελευταία πέντε χρόνια και δεν την αναγνωρίζουν;
            Αν απευθύνονται σε αυτούς, δεν νομίζω ότι το κοινό τους είναι μεγάλο. Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν καταθέσεις. Έχουν χρέη. Δεν φοβούνται, αυτοί, ότι θα “χάσουν τα λεφτά τους”. Γιατί αυτό διακυβεύεται στην παρούσα συγκυρία: η απώλεια των χρημάτων εκείνων που έχουν χρήματα. Εκτός και θεωρούν, οι όψιμοι ευαίσθητοι για τα πάθη των Ελλήνων, οι αντίπαλοι της δημοκρατίας του δημοψηφίσματος, ότι μισθωτοί, συνταξιούχοι, καταχρεωμένοι πρώην επιχειρηματίες και άνεργοι, και οι οικογένειές τους, δεν συνειδητοποιούν πως όλα τους τα δεινά συνδέονται στη μνήμη τους όχι με τον Τσίπρα αλλά με τον Σαμαρά. Αν αυτή την αντίληψη έχουν Μητσοτάκης και Βορίδης και Γιούνκερ για την πλειοψηφία των Ελλήνων, τότε δεν απευθύνονται στην πλειοψηφία του ελληνικού λαού, ή, το χειρότερο, θεωρούν ότι η πενία των ανθρώπων αυτών έβλαψε σοβαρά τη μνήμη και τη νοημοσύνη τους. Το αντίθετο συμβαίνει, φυσικά. Η πενία παράγει οξυδέρκεια, ο πλούτος ευήθεια…
            Ποιο είναι, λοιπόν, το κοινό των εσχάτως έσχατων επίδοξων εκπροσώπων όλων όσων οι ίδιοι εξευτέλισαν τον προηγούμενο καιρό; Είναι, φυσικά, οι άνθρωποι, όποιοι κι αν είναι αυτοί, που δεν εθίγησαν τα προηγούμενα πέντε χρόνια και προσδοκούν ότι θα συνεχίσουν να επωφελούνται τα επόμενα από την ίδια πολιτική που έκανε όλους τους υπόλοιπους πένητες. Δεν τους κατηγορώ. Κάθε άλλο. Παρόλο που δεν είμαι ένας από αυτούς, τους καταλαβαίνω. Έχουν συμφέρον από την πολιτική Γιούνκερ, και όχι από την πολιτική Τσίπρα. Θα το προασπιστούν με τους εκλεγμένους εκπροσώπους του Γιούνκερ στην Ελληνική Βουλή. Όμως, επειδή τώρα δεν κυβερνούν οι εκπρόσωποι του Γιούνκερ, πρέπει να αναγνωρίσουν και σε άλλους το δικαίωμα να αποφασίζουν κυριαρχικά για την τύχη τους.
             Η δημοκρατία στην πράξη, από την άποψη αυτή, είναι ένα συναρπαστικό παιχνίδι επικράτησης κάποιων έναντι κάποιων άλλων. Είναι μια πλάστιγγα που γέρνει ανάλογα με την πλευρά που θα πέσει το βάρος. Αυτό δεν σημαίνει ότι η άλλη πλευρά δεν έχει βάρος. Έχει, απλώς, λιγότερο. Και στη μια και στην άλλη πλευρά υπάρχουν άνθρωποι, του ίδιου είδους εκπρόσωποι. Και εκείνοι που πείθονται από το μοναδικό επιχείρημα των πρώην κυβερνώντων, και οι άλλοι που δεν πείθονται, έχουν δικαίωμα να σκέφτονται για τον εαυτό τους. Αυτό θα γίνει, εν όψει της Κυριακής του δημοψηφίσματος.

             Το επιχείρημα της οικονομικής καταστροφής είναι ισχυρό. Αυτό που δεν ομολογούν όσοι το επικαλούνται, για να ανατρέψουν την κυβέρνηση Τσίπρα, είναι ότι δεν κατέστρεψε ο Τσίπρας την ελληνική οικονομία. Δεν ευθύνεται ο Τσίπρας, επίσης, για την παγκόσμια οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας. Η ίδια η φιλελεύθερη οικονομία παράγει, κοντά σε όλα τα άλλα, τις κρίσεις της. Μαγικές θεραπείες για τις κρίσεις αυτές δεν υπάρχουν. Τις υφιστάμεθα, απλώς. Μέχρι πότε; Μέχρι όσο αντέχει ο καθένας. Δεν αντέχουν όλοι το ίδιο. Εκείνοι που τις υποβοηθούν, με όποιο τρόπο, έχουν εξασφαλίσει αρκετά για να επιβιώσουν όσο κι αν κρατήσει μια τυπική, πια, κρίση του καπιταλισμού. Οι υπόλοιποι, τα αφελή υπερχρεωμένα θύματα μιας οικονομίας που την ποδηγετούν προνομιούχοι τυχοδιώκτες, έρχεται κάποια στιγμή που πρέπει να αποφασίσουν ότι θα περάσουν δύσκολα. Μέχρι πότε; Μέχρι να καταφέρουν να βρεθούν, αν προλάβουν, μπροστά σε μια ευκαιρία όπως αυτή που προσφέρεται στους Έλληνες τώρα: να αρχίσουν από … την αρχή. Όχι με μηδενισμένο το χρέος τους, δυστυχώς. Όχι με καινούργιους πόρους, δυστυχώς. Με μόνο τους όπλο, ίσως, μια καινούργια αντίληψη για τη ζωή και τη μοίρα τους, που τώρα καταλαβαίνουν ότι είναι δύσκολη. Όχι επειδή το θέλησε ο Τσίπρας. Επειδή αδιαφορούσαν όλοι όσοι τώρα δείχνουν να ενδιαφέρονται… Επιμένω, όμως: για ποιους;

     

Κυριακή 28 Ιουνίου 2015

Ώρες πατρίδας...

Έρχονται για τους Έλληνες στην ιστορία τους, συχνά, ώρες όπως αυτή. Πρέπει τώρα, κι εμείς, να σκεφτούμε την πατρίδα, τον τόπο που γεννηθήκαμε και ζούμε. Είναι οι δρόμοι, η πατρίδα, που περπατήσαμε και περπατάμε και θα βαδίζουμε, εμείς και τα παιδιά μας. Είναι τα καλοκαίρια κι οι χειμώνες μας, εκεί που μας βρίσκουν, στα βουνά και τις θάλασσες της Ελλάδας… Πατρίδα είναι οι αναμνήσεις μας, που έρχονται κοντά μας παντού, ακόμα κι όταν η ζωή μάς πάρει μακριά της. Πατρίδα είναι το παρελθόν μας, το παρόν, το μέλλον.
Όταν δοκιμάζεται η πατρίδα, όπως τώρα, όλα που είμαστε, και είναι δικά της, δοκιμάζονται, αμφισβητούνται. Σε καιρό ειρήνης, που έχουμε ακόμα ευτυχώς, η πατρίδα δεν χάνεται. Ταλαιπωρείται, κι εμείς μαζί της, αλλά είναι και θα είναι εκεί, όπως κι εμείς. Φτωχότεροι ή πλουσιότεροι, θα παραμείνουμε στην αγκαλιά της. Γιατί ο πραγματικός μας πλούτος είναι ότι της ανήκουμε, ότι μας ανήκει.
Η πατρίδα μας γίνεται ό,τι είμαστε. Παίρνει θάρρος απ’ το κουράγιο μας, ύψος από την περηφάνια μας. Αποκτά φωνή απ’ τα λόγια μας, ανασαίνει την ανάσα μας. Κι αν είμαστε δειλοί, εκείνη βρίσκεται εκεί, μας περιέχει, μας θυμίζει ότι δεν μας ξεχνά, επειδή ο ήλιος της μας ζεσταίνει κι η βροχή της μας δροσίζει…    
Η Ελλάδα είναι απέραντη πατρίδα, μοιρασμένη όπως είναι σε θάλασσες, νησιά, την ηπειρωτική της διαμόρφωση που φτιάχνει πόλεις – κράτη, η καθεμιά με το δικό της βασίλειο, γύρω – γύρω, από φύση, χωριά, ανθρώπους που τους κρατά στα σπλάγχνα της χιλιάδες χρόνια. Η Ελλάδα δεν τελειώνει, κυριολεκτικά, ποτέ. Η ζωή μας των Ελλήνων φαίνεται μικρή, μπρος στο μέγεθος μιας πατρίδας που εκτείνεται εκεί που και η φαντασία μας είναι δύσκολο να ταξιδέψει γρήγορα, στο χρόνο, στο χώρο…
Σ’ αυτή την πατρίδα ζούμε και σήμερα. Δεν άλλαξε κάτι… Δεν χάθηκε, και, μαζί της, ούτε εμείς. Είναι μια ευκαιρία αυτή, χρυσή, για να το καταλάβουμε. Οι τράπεζες που θα κλείσουν από αύριο, δεν έχουν την ψυχή μας στα σεντούκια τους. Τα χρήματα όσων έχουν καταθέσεις, κλειστές καθώς θα είναι, θα παραμείνουν εκεί, φυλαγμένα, απρόσιτα από το φόβο και την ανασφάλεια όλων που σπεύδουν να πάρουν όσα μπορούν.  
Κι εκείνοι που φοβούνται, έτσι, θα ησυχάσουν. Θα έχουν χρόνο, ήρεμοι, να σκεφτούν την πατρίδα, να ταυτιστούν μαζί της, να νοιαστούν για τις ανάγκες της. Θα μπορέσουν να σκεφτούν, επίσης, τι πρέπει να ψηφίσουν την Κυριακή. Ακούγεται, δεκαετίες τώρα, το σύνθημα: “ανήκουμε στην Ευρώπη”, “η Ελλάδα ανήκει στην Ευρώπη”. Καμία άλλη χώρα, απ’ όσο ξέρω, που εντάσσεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν διακηρύσσει ότι “ανήκει” στην Ευρώπη, ότι είναι, δηλαδή, ιδιοκτησία μιας κοινοπραξίας χωρών. Η κάθε πατρίδα ανήκει στο λαό της. Ακόμα κι όταν λέμε την Ευρώπη “κοινή” μας πατρίδα, το λέμε επειδή κάθε λαός συνεισφέρει τη δική του πατρίδα σε μια Ένωση πατρίδων.
Η Ελλάδα, λοιπόν, ανήκει στον εαυτό της, όπως και οι Έλληνες στον εαυτό τους. Η βούληση να εντάξουν την πατρίδα τους σ’ ένα συνασπισμό κρατών, πρέπει να είναι ελεύθερη και δεν μπορεί να είναι εφάπαξ. Είναι μια βούληση που δοκιμάζεται στον χρόνο, όπως οι άνθρωποι εναλλάσσονται στον χρόνο. Τώρα δεν κρίνεται αυτό. Κρίνεται μόνο ο τύπος της σχέσης που θα έχουμε με την Ευρώπη, ανάλογα με αυτό που μπορούμε εμείς, στην παρούσα συγκυρία, και θέλει και αυτή.

Όλα αυτά, όμως, επειδή ακόμα έχουμε πατρίδα, στο όνομα της οποίας σκεφτόμαστε, αποφασίζουμε και πράττουμε. Αυτό δεν θα αλλάξει. Η Ελλάδα δεν θα αλλάξει, με ή χωρίς τη συγκεκριμένη συμφωνία οικονομικής συναλλαγής. Η Ελλάδα θα είναι εδώ που τη χρειάζονται οι Έλληνες. Έτσι και κάθε πατρίδα, παντού στον κόσμο, για κάθε λαό…

Σάββατο 27 Ιουνίου 2015

Πολ(εμ)ιτικό δημοψήφισμα

Υπάρχει η αφελής αντίληψη ότι ο Α. Τσίπρας αφελώς διαπραγματευόταν με τους Ευρωπαίους πέντε σχεδόν μήνες, πιστεύοντας ότι θα μπορούσε να συμφωνήσει μαζί τους. Τα ίδια τα γεγονότα - υποτίθεται - επιβεβαιώνουν αυτή την αντίληψη, που διασπείρεται τεχνηέντως από εκείνους που επιδιώκουν, εν όψει του πιθανού δημοψηφίσματος, να αποδομήσουν την εικόνα του πρωθυπουργού, να τον παρουσιάσουν ως πολιτικό μειράκιο, ως μύωπα πολιτικό αντιπολίτευσης, που όταν ανέλαβε την κυβέρνηση πίστεψε ότι θα μπορούσε να πάρει τους πρώην αντιπάλους του με το μέρος του.
Υπήρχαν, πράγματι, σοβαροί πολιτικοί λόγοι, που καθιστούσαν τη συμφωνία απίθανη. Ως τώρα λαμβάναμε υπόψη μόνο τους λόγους που είχαν οι εκπρόσωποι της ασφυκτικής για την Ελλάδα πολιτικής της Ευρώπης να μη συμφωνήσουν με τον πρωθυπουργό μιας αριστερής κυβέρνησης. Τώρα, από τις εξελίξεις, υποχρεώνονται όλοι να σκεφτούν και τους λόγους που ο Α. Τσίπρας δεν ήθελε συμφωνία με αυτή την Ευρώπη.
Οι μεν υποκρίνονταν ότι διαπραγματεύονταν. Και ο άλλος έκανε το ίδιο. Το διακύβευμα, και για τους δύο, ήταν πολιτικό. Των μεν να μη χαλαρώσει, εξαιτίας της αριστερής κυβέρνησης στην Ελλάδα, το πνεύμα της άτεγκτης λιτότητας, και, κυρίως, να μη σταλεί το μήνυμα ότι μια αριστερή πολιτική μπορεί να επικρατήσει στην Ευρώπη. Του Α. Τσίπρα ο στόχος ήταν ακριβώς ο αντίθετος. Να καταγγείλει την ασφυκτική οικονομική πολιτική της κυρίαρχης πολιτικής κάστας, και να αξιοποιήσει την ευκαιρία να προτάξει το αριστερό πρότυπο πολιτικής και κοινωνικής διαχείρισης.
Έτσι διέρρευσε ο καιρός μέχρι την τελευταία, κυριολεκτικά, στιγμή. Αμφότεροι οι αντίπαλοι, παρόλες τις αβρότητες και τους εναγκαλισμούς, οραματίζονταν τη στιγμή της εξουδετέρωσης του αντιπάλου. Η αντιπαράθεση ήταν εξαρχής προορισμένη να οδηγήσει στην ήττα του ενός από τους δύο μονομάχους. Συμβολικά μιλώντας, της αριστερής σημαίας από τη μια πλευρά, της δεξιάς από την άλλη. Βεβαίως, στο επίπεδο των πραγματικών μεγεθών, από την πλευρά των πολιτικών αντιπάλων του Α. Τσίπρα βρίσκονται κράτη – γίγαντες, και στο πλευρό του η χώρα του, η Ελλάδα.
Όμως, δεν πρέπει να εξομοιώνονται το Γερμανικό κράτος, για παράδειγμα, με τον Γερμανικό λαό, και, πολύ περισσότερο, ο λαός των Λιθουανών με την εκπρόσωπό του στην Ευρώπη. Ο Α. Τσίπρας ποτέ δεν έκρυψε ότι πολιτεύεται στο όνομα όλων των λαών της Ευρώπης. Είχε, προφανώς, κάνει ορθά το άθροισμα. Από τη μια τα πλήθη των εξαθλιωμένων Ελλήνων και όλων των άλλων Ευρωπαίων, από την άλλη εκείνοι που κέρδιζαν από τη διαιώνιση της λιτότητας, και όσοι φοβούνται να απωλέσουν την όποια ασφάλεια, υποτίθεται, απολάμβαναν ως Ευρωπαίοι.
Οι δεύτεροι ποτέ στην ιστορία δεν ρωτούσαν τη γνώμη των πρώτων για τη μοίρα τους, για το αν θέλουν να ζουν ως πένητες. Τώρα ο Α. Τσίπρας δίνει σε αυτούς τον λόγο, στους αποστεωμένους και απελπισμένους ουραγούς των κοινωνικών εξελίξεων. Τους καλεί να σηκώσουν ψηλά τη σημαία της αριστεράς και της πατρίδας και να επιτεθούν…
Η προκήρυξη του δημοψηφίσματος ήταν η πρώτη κίνηση μιας σειράς τακτικών ελιγμών ενός πρωθυπουργού που εννοούσε ανέκαθεν την πολεμική αντιπαράθεση με το κατεστημένο. Στον πόλεμο, όμως, δεν κάνει η μια παράταξη, μόνο, τακτικούς ελιγμούς. Κάνουν και οι δύο παρατάξεις, πριν την τελική μάχη. Και για τις δύο παρατάξεις κρίνεται το ίδιο: η επιβίωσή τους. Έχουμε, επομένως, να δούμε και άλλες κινήσεις τακτικής πριν την τελική μάχη. Περισσότερο παράτολμοι σ’ έναν πόλεμο είναι εκείνοι που δεν έχουν τίποτε να χάσουν, οι ταπεινωμένοι. Το είπε ο Τσίπρας στον Τουσκ προχθές. Οι άλλοι έχουν πάρα πολλά να χάσουν. Δεν ήταν εύκολο, τελικά, να εξουδετερωθεί ο Τσίπρας ούτε, φυσικά, η Ελλάδα.

Τις επόμενες ώρες και ημέρες θα δούμε και θα ακούσουμε πολλά… Για να συνειδητοποιούμε τι συμβαίνει πρέπει να έχουμε σαφή εικόνα για τους αντιπάλους, το έδαφος της μάχης, τις κινήσεις του καθενός και, κυρίως, τον πραγματικό στόχο: την πολιτική επικράτηση των δημιουργών της κρίσης που δεν υπέστησαν τις συνέπειές της ή των θυμάτων της οικονομικής κρίσης, που πληρώνουν τις επιλογές των δημιουργών της! Θύματα δεν είναι μόνο οι Έλληνες αλλά όλοι οι λαοί της Ευρώπης, στις κοινωνικές τους πλειοψηφίες. Αυτή - εκτός από τη δική του - είναι η μεγάλη δύναμη του ελληνικού λαού...

Πέμπτη 25 Ιουνίου 2015

Ποια ανάπτυξη;

Οι κρίσεις του καπιταλισμού είναι το ισχυρό του – ανίσχυρο - άλλοθι. Θυμίζουν ασθένειες που προκαλεί η υπερκόπωση. Οι ασθένειες αυτές δεν είναι εύκολα ιάσιμες. Μπορεί να μη θεραπεύονται. Αν ο οργανισμός συνεχίζει να υποβάλλεται σε δεινή ταλαιπωρία, οι ανίατες ασθένειες επιδεινώνονται, με το γνωστό αποτέλεσμα. Δεν διαφέρει η κατάσταση της υπερκόπωσης του κυρίαρχου οικονομικοκοινωνικού συστήματος που βιώνουμε σήμερα. Η σημερινή κρίση του νεοφιλελευθερισμού είναι μία ακόμα ασθένεια στο σώμα της γηρασμένης οικονομίας του Δυτικού κόσμου. Δεν θα είναι θανατηφόρα για το σύστημα καθεαυτό – ακόμα – αλλά προκαλεί θανάτους, κυριολεκτικούς και κοινωνικούς, σε πλήθη ανθρώπων στην Ευρώπη και την Αμερική.
Συζητάμε, με αφορμή την πρόσφατη κρίση στην Ευρωζώνη, για την επανάκαμψη της ανάπτυξης, δηλαδή την επαναφορά του συστήματος σε ομαλή λειτουργία. Αναφερόμαστε στην ανάπτυξη ως, υποτίθεται, τη θεραπεία από την υπερφόρτωση του συστήματος. Στην ανάπτυξή του ο νεοφιλελευθερισμός, όμως, γεννά κρίσεις ανάπτυξης! Είναι σαν να θέλουμε να αντιμετωπίσουμε την υπερκόπωση με περισσότερη κόπωση! Το σύστημα δεν πάσχει από υποανάπτυξη αλλά από υπερανάπτυξη. Αν, λοιπόν, το ζητούμενο είναι η επανεκκίνηση της οικονομικής άνθησης με τους ίδιους όρους, συσσώρευσης δηλαδή κεφαλαίου, τότε προσβλέπουμε σε μια ακόμα ψευδαίσθηση κερδοφορίας η οποία θα οδηγήσει στην επόμενη κρίση. Αν η τωρινή κρίση δεν είναι η μοιραία, μπορεί να είναι η επόμενη…
Τίθεται, επομένως, το ερώτημα. Μήπως πρέπει να αντισταθούμε, θεωρητικά καταρχήν, στο ενδεχόμενο της άμεσης “επανεκκίνησης της οικονομίας”; Δεν πρέπει να επουλωθούν οι πληγές μας πρώτα, και μετά να προκαλέσουμε στο σώμα μας άλλες; Πρακτικά τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την οικονομία; Ούτως ή άλλως, η αδυναμία κατανάλωσης εξαιτίας της κρίσης έχει οδηγήσει σε μείωση της παραγωγής. Το σύστημα, έτσι, αποφορτίζεται αυτόματα, με τον ίδιο τρόπο που ένας χορτασμένος από φαγητό οργανισμός προκαλεί το αίσθημα της αδυναμίας για κατανάλωση κι άλλης τροφής. Αν πιέσουμε το πεπτικό σύστημα να επεξεργαστεί κι άλλα υλικά, ο οργανισμός θα αποδιοργανωθεί μέχρι … θανάτου!
Αφού, λοιπόν, ούτως ή άλλως, η αδιαφορία για τα σήματα ανεπάρκειας απορρόφησης των κραδασμών από τη γέφυρα της κατανάλωσης, οδήγησε στη μείωση της παραγωγής, οφείλουμε να κρατήσουμε την κυκλοφορία στη γέφυρα αυτή σε περιορισμένη συχνότητα. Όσο λιγότερο καταναλώνουμε σε διάρκεια, αφού αναγκαστικά, ήδη, σταματήσαμε να μπορούμε να το κάνουμε, τόσο ασφαλέστερα θα διερχόμαστε όλοι από την κοινή γέφυρα, αφού οι τιμές των προϊόντων που διατίθενται προς κατανάλωση θα πέφτουν. Για να διατηρηθούν χαμηλές, πρέπει η περιορισμένη κατανάλωση να μας γίνει συνήθεια!
Κάτι τέτοιο, όμως, θα προκύψει ο αντίλογος, θα σημάνει μείωση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων και περιορισμό των θέσεων εργασίας. Πράγματι! Αυτό θα σημάνει, όπως, μια θαυμάσια ευκαιρία για στροφή σε βιωσιμότερες, όπως λέμε, μορφές ανάπτυξης: σε εναλλακτικές επιχειρήσεις καθώς και σε εναλλακτικές μεθόδους διαχείρισης των πλουτοπαραγωγικών πηγών, όπως και σε πρωτότυπους τρόπους προσφοράς και “εκμετάλλευσης” υπηρεσιών.
Ούτως ή άλλως, εξαιτίας της τρέχουσας κρίσης επιχειρήσεις κλείνουν και άνθρωποι μένουν άνεργοι. Αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να πεθάνουν; Ακόμα και αμισθί αν εργάζονταν, οι επιχειρήσεις δεν θα σώζονταν, αφού ο απλήρωτος ή χαμηλά αμειβόμενος εργαζόμενος είναι και ανίσχυρος ή “ανίκανος” καταναλωτής. Οφείλουν, λοιπόν, στον εαυτό και την οικογένειά τους να “αναπτυχθούν” διαφορετικά για να ζήσουν, αναγκαστικά αρχίζοντας από την περιορισμένη κατανάλωση, ελλείψει πόρων για μεγαλύτερη, και σταδιακά σκεπτόμενοι εναλλακτικές, όσο γίνεται περισσότερες, μορφές απασχόλησης σε τομείς που ενδεχομένως δεν τους είχαν φανταστεί πριν, αλλά που, όμως, μπορούν να διασφαλίσουν τη βραχυπρόθεσμη ή, στην καλύτερη περίπτωση,  μεσοπρόθεσμη επιβίωσή τους.

Η μακροπρόθεσμη επιβίωση δεν αφορά στον άνθρωπο και τα ανθρώπινα πράγματα. Αυτή είναι η περισσότερο ζημιογόνα φενάκη της ανάπτυξης όπως την ξέρουμε σήμερα. Η ψευδαίσθηση ότι η ασύδοτη κερδοφορία μπορεί να εξασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη επιβίωση είναι αυτή που μας έφερε εδώ, στο αδιέξοδο που βιώνουμε σήμερα. Στην καλύτερη περίπτωση, αυτό που μπορούμε ως άνθρωποι να επιθυμούμε, είναι ωφέλιμο χρόνο βραχυπρόθεσμης επιβίωσης, στη διάρκεια του οποίου θα μπορούμε να σκεφτούμε για τη μεσοπρόθεσμη. Αυτή η αρχή ισχύει γενικότερα για τα ζητήματα που έχουμε να διαχειριστούμε στη διάρκεια της ζωής μας. Πολύ περισσότερο, φυσικά, ισχύει για την οικονομική μας κατάσταση που, ούτως ή άλλως, της πλειοψηφίας των ανθρώπων είναι υπόθεση της ικανότητας να εργαζόμαστε, η οποία ούτε ανεξάντλητη είναι ούτε απαράλλακτη στη διάρκεια της ζωής μας. Σε τελευταία ανάλυση, το να έχουμε εργασία δεν εξαρτάται, όπως αποδείχθηκε, μόνο από εμάς…

Το μέλλον της Ελλάδας


Image result for Greece future 

«Έχουμε νέα πρόταση από την Ελλάδα – Με εκπλήσσει η άνεση που η ελληνική κυβέρνηση παίζει με το μέλλον της χώρας…», φέρεται δηλώσας ο Υπουργός Οικονομικών της Αυστρίας. Κι εμένα εκπλήσσει η άνεση με την οποία ο Αυστριακός υπονοεί ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να έχει προτάσεις. Τα μεγέθη, ωστόσο, είναι άνισα. Εγώ είμαι ένας απλός Έλληνας, ενώ εκείνος… Αλήθεια, τι είναι εκείνος;
Ο συνειρμός είναι αναπόφευκτος, φυσικά. Ποιοι συνήθως απορούν και εκπλήσσονται που κάποιοι αντιπροτείνουν κάτι στις δικές τους αποφά(ν)σεις; Εκείνοι, προφανώς, που θεωρούν ότι έχουν απόλυτη εξουσία πάνω στους άλλους. Έτσι δικαιολογείται η μεγαλαυχία, η βαθιά και εκτεταμένη. Την έπαρση αυτή συνοδεύει πάντα μια ιδιαίτερα διογκωμένη εικόνα εαυτού, μια δραματικά επαυξημένη αίσθηση για τη δύναμη του ατόμου που διακατέχεται από τη ναρκωτική επίδραση της εξουσίας που νομίζει ότι έχει.
Δεν καταλαβαίνει, λοιπόν, ο Αυστριακός πώς γίνεται ένας πρωθυπουργός να διατυπώνει προτάσεις για το μέλλον του λαού που εκπροσωπεί. Ένας λαός δεν νομιμοποιείται, σε τέτοιες συνθήκες, που αφορούν στην επιβίωσή του, να καταθέτει προτάσεις μέσω του πρωθυπουργού του;
Το πρόβλημα, φυσικά, έγκειται στο ότι δεν έχουν τα δύο μέρη το ίδιο όραμα για το μέλλον. Δεν θα μπορούσαν, άλλωστε. Σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει κανείς να πει περισσότερα για να περιγράψει αυτά που σκέφτεται, για να τα αποκαλύψει, να τα κοινοποιήσει ως εντυπώσεις. Το «μέλλον», στο νου του καθενός, παίρνει ποικίλες διαστάσεις. Εύκολα, λοιπόν, σε ό,τι με αφορά, θα αποδομήσω την επίκληση που κάνει ο Αυστριακός του μέλλοντος.
Καταρχήν, ενδιαφέρεται πράγματι για το μέλλον των Ελλήνων ο εν λόγω συγκυριακός Υπουργός Οικονομικών της Αυστρίας; Πόσο είναι πιθανό; Αν όντως ενδιαφέρεται, πώς το οραματίζεται; Ως ένα μέλλον - χάρη σε ακόμα μεγαλύτερες αποκοπές στις συντάξεις και στον μη φορολογικά αυστηρό έλεγχο του τζόγου – ιδεώδες για τους Έλληνες πολίτες; Πού τοποθετεί χρονικά στο μέλλον ο Αυστριακός την ευημερία των Ελλήνων και με ποιους όρους; Πώς θα προέλθει, σκέφτεται, η επιβίωση της πλειοψηφίας του λαού αυτού;
Ενδεχομένως, φυσικά, να μην κάνει τόσο δυσάρεστες σκέψεις ο Αυστριακός για τους Έλληνες. Πιθανόν δεν σκέφτεται έτσι για το μέλλον των Ελλήνων. Ίσως αυτό που φαντάζεται είναι το εξής: τον περιττό, μη παραγωγικό πληθυσμό της Ελλάδας να λιγοστεύει, τα ταμεία να εξυγιαίνονται επειδή δεν θα πρέπει να πληρώνουν όσες συντάξεις πληρώνουν τώρα, τον παραγωγικό ακόμα πληθυσμό της Ελλάδας να φυλλοροεί επίσης, για να εργαστούν οι νέοι Έλληνες αλλού, εκεί που θα μεταναστεύσουν…
Το τοπίο, έτσι, θα ηρεμήσει. Οι όποιες καταθέσεις έχουν μείνει στις ελληνικές τράπεζες θα μεταναστεύσουν, και αυτές, για τις τράπεζες της Ευρώπης, και τις αυστριακές. Το έδαφος για την ανάπτυξη Ευρωπαϊκών - και αυστριακών - επιχειρήσεων στην Ελλάδα θα καθαριστεί επαρκώς, με στρατιωτική μάλιστα επιμέλεια… Ξέρουν από αυτή, τη στρατιωτική εκκαθάριση, οι Αυστριακοί και οι Γερμανοί.
Αν είναι αυτό το μέλλον της Ελλάδας που οραματίζεται ο Αυστριακός, οπωσδήποτε έχει δίκιο. Επαρκή νοημοσύνη προσποιείται πως δεν έχει. Θα μπορούσε αυτός ο Έλληνας πρωθυπουργός και αυτή η κυβέρνηση να σχεδιάζουν ένα τέτοιο μέλλον για τη χώρα τους; Όσο κι αν είναι προφανής η απάντηση, η μεγαλαυχία, είπαμε, του δήμιου που νομίζει ότι η γκιλοτίνα θα λειτουργήσει, δεν του επιτρέπει να σκεφτεί ότι το κεφάλι του ελληνικού λαού, στο ικρίωμα, θα έχει ακόμα φωνή για να μιλήσει…
Χρειάζεται φυσικά, εδώ, διπλή νοημοσύνη. Η πρώτη για να ελέγχει τη σκέψη του Αυστριακού, και η δεύτερη για να μην του επιτρέπει να διατυπώνει την ανεξέλεγκτη σκέψη. Και οι δυο αυτές ικανότητες ενός νου, συνοψίζονται σε μία ηθική: εντιμότητα λέγεται στην ελληνική.
Δεν χρειάζεται, νομίζω, στους αναγνώστες του κειμένου αυτού να υπενθυμίσω ότι ακόμα κι αν λειτουργήσει τελικά η γκιλοτίνα, δεν είναι δυνατό, ταυτόχρονα, να κόψει εννέα εκατομμύρια κεφάλια. Το κεφάλι του Έλληνα πρωθυπουργού είναι ένα, φαινομενικά. Ακόμα κι αυτό να πέσει, όπως επιθυμούν κάποιοι διακαώς στην Ευρώπη, στη θέση του θα φυτρώσουν εκατομμύρια… Αυτό, όμως, πρέπει να είσαι Έλληνας, όχι Αυστριακός, για να το φανταστείς επαρκώς.
Κι όλα αυτά γιατί δεν δέχονται οι πιστωτές να τους πληρώσουν οι Έλληνες με χρήματα από φόρους επιχειρήσεων που κερδίζουν από 500.000 Ευρώ και πάνω, ούτε με χρήματα από τη φορολογία των «τυχερών» παιγνίων. «Επαρκέστατη» δικαιολογία, ικανή να πείσει ανεπαρκέστατους νόες. Υπάρχουν, φυσικά, ακόμα πολλοί, που προτιμούν να δηλώνουν νοητική ανεπάρκεια από το να καταλάβουν την Ελλάδα, ακόμα και Έλληνες…  

Τα όσα είπα για τον Υπουργό Οικονομικών της Αυστρίας ισχύουν και για όλους εκείνους που δακρύζουν με δάκρυα (κροκο) - δειλού, πριν κατασπαράξει το θύμα του. Τα δάκρυα, φυσικά, δεν τα βλέπει το θύμα. Τα κρύβει το ανοιχτό διάπλατα στόμα…

Τετάρτη 24 Ιουνίου 2015

Η επιστροφή του πολιτικού λόγου



Η επανάκαμψη της Ελλάδας στην κεντρική σκηνή της Ευρώπης, με διαφοροποιημένη στάση απέναντι στους ισχυρούς συνομιλητές της που μονολογούσαν, θα σημάνει, ελπίζω, την επιστροφή της πολιτικής στην Ευρώπη. Γιατί πολιτική, στην καλύτερη περίπτωση, σημαίνει τη διαλεκτική της αντιπαράθεσης επιχειρημάτων για την υποστήριξη αντίπαλων θέσεων – στάσεων ζωής. Η πολιτική αντιπαλότητα, στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είχε εκλείψει πριν την εκλογή του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. στην Ελλάδα.
Ξανακούμε, επομένως, πολιτικό διάλογο στην Ευρώπη. Όχι αντίπαλα συνθήματα, απλώς, από ετερόκλητες πολιτικές αφετηρίες, αλλά λόγο ανθρώπων που όντως έχουν κάτι να κερδίσουν και κάτι να χάσουν σε πραγματικές συνθήκες αντιπαράθεσης, στην οποία διακυβεύεται η επιβίωση του ενός και του άλλου. Ίσως αποτελέσει προϋπόθεση ισχυρή, μια τέτοια κατάσταση, για την εκατέρωθεν επεξεργασία της πολιτικής τους ρητορικής, από την πλευρά των δεξιόστροφων, αφενός, και των αριστερών, αφετέρου, πολιτικών παρατάξεων.
Ο προβληματισμός για τη βελτιστοποίηση της πολιτικής ρητορικής θα παραγάγει καινούρια σκέψη και στα δύο στρατόπεδα. Η καινούρια σκέψη θα περιέχει, απαραίτητα, καινοφανείς ιδέες για τη διαχείριση των θέσεων που κατοχυρώνει η μια και η άλλη πλευρά στην πληθυσμιακή της εκπροσώπηση στην Ευρώπη. Ωφελημένοι, στην περίπτωση αυτή, θα είναι οι πληθυσμοί της Ευρώπης ανεξαιρέτως. Ο καινούριος λόγος θα προκαλέσει φρέσκες αναλύσεις δημοσιολόγων, διανοητών και δημοσιογράφων, οι οποίοι θα ενισχύουν τη στροφή στην ιδεολογική στοιχειοθέτηση των θέσεων και των δύο κυρίαρχων ιδεολογιών.
Οι ακροατές, έτσι, του πολιτικού λόγου αφενός, και των αναλύσεών του αφετέρου, θα έχουν κίνητρο για την ενεργό εμπλοκή τους στην πολιτική. Θα είναι τόσο διανοητικά ενδιαφέρουσα η ιδεολογική διαπάλη, που θα κινητοποιήσει το ένστικτο του πολίτη, ο οποίος  ύπνωττε, τα μέγιστα, εξαιτίας της αδιαφορίας που του προκαλούσε ένας παρωχημένος πολιτικός λόγος, όποια ιδεολογήματα κι αν εξέφραζε. Έκφραση της αδιαφορίας αυτής ήταν η αποχή που τηρούσε μεγάλη μάζα των ψηφοφόρων στις εκλογικές αναμετρήσεις.
Είχε περιπέσει η Ευρώπη σε πολιτική αδράνεια των πολιτών. Είχε αφεθεί το πολιτικό τοπίο να το νέμονται πολιτικοί οι οποίοι, επειδή κανένας δεν αξίωνε από αυτούς να σκεφτούν περισσότερο, διεκδικούσαν το δικαίωμα να μιλούν χωρίς να σκέφτονται και, το χειρότερο, να πράττουν χωρίς να σκέφτονται. Τώρα, όμως, καθώς όλοι υποχρεώνονται, για να στηρίξουν τις θέσεις τους, να μιλούν περισσότερο, και ο πολίτης που τους ακούει γίνεται περισσότερο προσεκτικός για όσα λένε.
Το γνωρίζουν οι πολιτικοί αυτό. Όσοι δεν συνειδητοποιήσουν ότι υπολείπεται η ρητορική τους σε περιεχόμενο, θα απολέσουν τις εντυπώσεις πρώτα και το εκλογικό τους εκτόπισμα στη συνέχεια. Θα ακούγονται οι λόγοι τους σαν μονότονα κρωξίματα βατράχων, οι οποίοι υπάρχουν μεν αλλά κανείς δεν τους προσέχει, επειδή συνηθίζεται ο θόρυβος που κάνουν σαν θόρυβος, απλώς, της νύχτας.
Η πολιτική νύχτα, θέλω να πιστεύω, στην Ευρώπη υποχωρεί. Κι όταν συμβαίνει αυτό στην Ευρώπη, τίποτα δεν μένει ίδιο στον κόσμο, γιατί ο λόγος που παρακινεί τον άνθρωπο παντού στη γη να σκεφτεί προερχόταν ιστορικά, ανέκαθεν, από την Ευρώπη. Η Ελλάδα ίσως διαδραματίσει πάλι το ρόλο που έπαιξε πολλές φορές: της εγερτήριας συνείδησης που μιλάει, που δεν σωπαίνει, δεν επαναλαμβάνει, δεν παραμιλά, δεν παραληρεί. Ο συγκροτημένος πολιτικός λόγος είναι ελληνικό προϊόν, αρχαίο. Αυτό το προϊόν επιστρέφει στην Ευρώπη προς διάχυση. Γιατί αυτό το προϊόν δεν πουλιόταν από την Ελλάδα. Ανέκαθεν χαριζόταν, δώρο στην ανθρωπότητα, ευρωπαϊκή και άλλη, που έπασχε από την ασθένεια της μειονεκτικής σκέψης που εκφραζόταν με πληκτικό λόγο.

Ο πρώτος που επανέφερε τον ελληνικό λόγο στην Ευρώπη ήταν ο Michel de Montaigne. Τη σκυτάλη την πήραν και άλλοι, Γάλλοι κυρίως στοχαστές και φιλόσοφοι, οι Διαφωτιστές κατεξοχήν, και Γερμανοί όπως ο Goethe, ο Nietzsche, o Rilke, o Heidegger και ο Horkheimer. Στον εικοστό αιώνα, πάλι, ήταν οι Γάλλοι που έστρεφαν συνέχεια το βλέμμα τους στην Ελλάδα, με κάθε ιστορική ευκαιρία, όπως ο Φρανσουά Ολάντ, στην προχθεσινή συνεδρία των Ευρωπαίων ηγετών. Αν όντως ο Ολάντ εκπροσωπεί τη Γαλλία που αγαπήσαμε οι Έλληνες και μας αγάπησε, θα έχει πολλά να ωφεληθεί από τον ομόλογό του Έλληνα ηγέτη. Και η Γαλλία, φυσικά, και η Ευρώπη, στην οποία πρέπει να συνεχίσει να γίνεται ο πολιτικός διάλογος που άρχισε πάλι, ευτυχώς όχι δειλά. Δειλά δεν θα μπορούσε, φυσικά, γιατί την αρχή την έκαναν, πάλι, Έλληνες από εκείνο το γνήσιο είδος· που δεν αποτιμούν ως ακριβότερο τίποτα, όταν αρθρώνουν λόγο που θυμίζει, στους ίδιους πρώτα, ότι είναι Έλληνες…    

Τρίτη 23 Ιουνίου 2015

Προσωρινός απολογισμός



Ο απολογισμός που θα επιχειρήσω είναι εκ των πραγμάτων προσωρινός και μερικός, αφού η συζήτηση για την ενδεχόμενη συμφωνία της Ελλάδας με τους δανειστές της θα συνεχιστεί, σε άλλο επίπεδο, την Πέμπτη. Οπωσδήποτε, όμως, επειδή το κλίμα άλλαξε στην Ευρώπη, και δεν αντιμετωπίζεται η Ελλάδα, από χθες, με δυσπιστία, έχει σημασία να σκεφτούμε για την εξέλιξη αυτή, να καταλάβουμε αν είναι θετική ή αρνητική.
Το πρώτο που θα εξετάσω είναι αν, στη σκληρή αυτή διαπραγμάτευση, υποχώρησαν οι δανειστές ή οι έχοντες, τώρα, ανάγκη. Την απάντηση θα την πάρουμε αν εστιάσουμε στα μέτρα που εισηγήθηκε η ελληνική κυβέρνηση και στα οποία φάνηκαν να συγκατανεύουν οι συνομιλητές της. Πρόκειται, κατά κύριο λόγο, για φορολογικά μέτρα που θα επιβαρύνουν τα μεσαία προς μεγάλα και τα μεγάλα εισοδήματα. Πρόκειται για ισοδύναμα μέτρα προς αντικατάσταση άλλων, που είχαν προτείνει οι δανειστές, τα οποία θα έθιγαν – πάλι – τα μεσαία προς μικρά και τα μικρά εισοδήματα. Αυτό είναι συμβατό με την ιδεολογία και το πρόγραμμα της κυβέρνησης. Δεν πρόκειται για έκπτωση είτε από τη μια είτε από το άλλο.
Στρατηγικά σκεπτόμενοι, επομένως, πρόκειται για υποχώρηση των δανειστών, όχι της ελληνικής κυβέρνησης. Μια υποχώρηση, μάλιστα, πολύ γρήγορη. Αυτό επιβεβαιώνει τη δυσχέρεια της θέσης στην οποία είχαν περιέλθει. Από την άποψη αυτή, η διαπραγμάτευση ήταν όντως, μέχρι στιγμής, επιτυχής. Δοκιμάστηκε η αντοχή της φενάκης της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης σοβαρά, και φαίνεται ότι δεν αντέχει, αφού, ανά πάσα στιγμή, ο αδύνατος κρίκος μπορεί να γίνει μοιραίος για τη συνοχή της αλυσίδας. Και αδύναμοι κρίκοι στη Νομισματική Ένωση υπάρχουν αρκετοί.
Τα συγκεκριμένα μέτρα, αν εφαρμοστούν, οπωσδήποτε θα είναι επαχθή για την Ελλάδα. Όμως, αυτό που δεν λαμβάνουν υπόψη τους πολλοί, είναι ότι, με τα μέτρα αυτά, κερδίζει χρόνο η Ελλάδα πολύτιμο. Γιατί ο χρόνος με αυτή την κυβέρνηση μετρά διαφορετικά απ’ ό,τι με την προηγούμενη. Αν συνεχιστεί η ίδια προοδευτική πορεία στις διεθνείς συνεργασίες, αν εξομαλυνθούν οι σχέσεις με την Τουρκία, και εξαιτίας του ρωσικού αγωγού που θα διέρχεται και από τις δύο χώρες, αν προχωρήσει η αυτοδύναμη αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της χώρας, αν, πολύ περισσότερο, ενεργοποιηθεί εκ νέου ο παραγωγικός πληθυσμός της χώρας, και αξιοποιήσει η Ελλάδα την κομβική της θέση στη Μεσόγειο, τις πλουτοπαραγωγικές της πηγές καθεαυτές, τότε πολύ σύντομα στην Ελλάδα θα εισρεύσουν επενδυτικές προσφορές τέτοιες και τόσες, που η κυβέρνηση δεν θα έχει παρά να επιλέξει την πιο συμφέρουσα για τους εργαζομένους.
Φυσικά, επειδή η συμφωνία δεν έκλεισε, και ούτε από το Κοινοβούλιο είναι εύκολο να περάσουν τα συγκεκριμένα μέτρα, δεν είναι σίγουρο ότι, τελικά, θα υπάρξει, για την Ελλάδα, ευρωπαϊκή λύση. Μάλιστα, επειδή οι δανειστές γνωρίζουν ότι θα ήταν ήττα τους να δεχθούν τα ισοδύναμα αυτά μέτρα, σαν να επρόκειτο για δικές τους προτάσεις, δεν αποκλείεται να θελήσουν να δοκιμάσουν την υπομονή της ελληνικής κυβέρνησης, αντιπροτείνοντας άλλα μέτρα, στα οποία η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να συμφωνήσει. Η κρίση που σοβεί ανάμεσα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, επίσης, δεν έληξε. Κανείς δεν ξέρει, τέλος, ποια συμφέροντα θα εξυπηρετήσει μια έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, και αν θα μεθοδευτεί μια, τελικά, διαφωνία της χώρας με την Ευρώπη…

Πάντως, η ιστορία των διαπραγματεύσεων έδειξε ότι εύκολα ο Α. Τσίπρας θα πει «όχι», τώρα, σε περαιτέρω απαιτήσεις των δανειστών. Γιατί, τότε, κανένας δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι δεν προσπάθησε. Όσοι κηρύσσουν την άνευ όρων παραμονή στην Ευρώπη θα σωπάσουν, και η εσωκομματική αντιπολίτευση στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. θα ικανοποιηθεί. Ο μεγάλος χαμένος θα είναι η Ευρώπη και ο προσωρινά πληγωμένος η Ελλάδα. Αυτή είναι μια κατάσταση, όμως, στην οποία η χώρα βρίσκεται τα τελευταία πέντε χρόνια…

Δευτέρα 22 Ιουνίου 2015

Αλληλεγγύη και πολιτισμός

“Σήμερα, που ολόκληρη η δύναμη του κατεστημένου τείνει να επιβάλει την εγκατάλειψη κάθε πολιτισμού και οδηγεί στην πιο σκοτεινή βαρβαρότητα, ο κύκλος των πραγματικά αλληλέγγυων αγωνιστών είναι οπωσδήποτε αρκετά στενός.” (Μαξ Χορκχάιμερ, “Παραδοσιακή και κριτική θεωρία”, στο Φιλοσοφία και κοινωνική κριτική, μετ. Αντώνης Οικονόμου, Ζήσης Σαρίκας, Αθήνα, εκδ. Ύψιλον, 1984, σελ. 60) Το 1937, όταν ο Μ. Χορκχάιμερ, της Σχολής της Φραγκφούρτης, εξέδωσε το κείμενο αυτό, η βαρβαρότητα ήταν προ των πυλών της Ευρώπης, ακόμα μια φορά στην ιστορία της. Τα ευρωπαϊκά κράτη έπασχαν - ανέκαθεν βέβαια - από το σύνδρομο του ματαιόφρονος αυτοθαυμασμού, που ήταν προϊόν, φυσικά, και της ριζικής ανασφάλειας των ηγετών τους.
Τίποτα δεν άλλαξε από το 1937. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες παρέμειναν ανασφαλείς και επιθετικοί. Φαίνεται αυτό στη συμπεριφορά τους στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα. Μόνο που οι λαοί τους, πια, με δυσκολία αυτοθαυμάζονται. Είναι, ως εκ τούτου, λιγότερο ματαιόφρονες, “χάρη” στο καινούριο δυτικό κατεστημένο, το οποίο απλώς επιβεβαίωσε τη σκοτεινή βαρβαρότητα, που δεν εγκατέλειψε την Ευρώπη στον εικοστό αιώνα.
Απόδειξη είναι η εγκατάλειψη του πολιτισμού. Αν θέλει κανείς να βρει πολιτισμό στην Ευρώπη, πού θα τον ψάξει; Σε Μουσεία, Όπερες, Αίθουσες Τέχνης; Εκεί βρίσκονται τα απολιθώματα του πολιτισμού, για να θυμόμαστε τι ήταν ο πολιτισμός.
Τι πολιτισμό περιέχει η καθημερινή ζωή των Άγγλων, των Γάλλων, των Γερμανών; Μήπως ο κινηματογράφος που βλέπουν και η μουσική που ακούν είναι πολιτισμός; Κι αν ναι, πόσοι είναι αυτοί που “απολαμβάνουν” αυτόν τον πολιτισμό; Πόσοι είναι οι ίδιοι καλλιτέχνες; Πόσοι ζουν με την Τέχνη; Δεν έχει νόημα, όμως, να είμαι μηδενιστικός ως προς αυτό. Όσο και όπου επικρατεί αυτή η πολιτισμική ζωή, είναι θετικό σύμπτωμα εξάρτησης της διάθεσης, ακόμα, των ανθρώπων από την καλλιτεχνική δημιουργία.
Πολιτισμός, επίσης, μπορεί να θεωρηθεί η φιλαναγνωσία. Λιγοστεύει όπως ξέρουμε, όμως, χρόνο με το χρόνο, στο βωμό της ηλεκτρονικής απασχόλησης της διάνοιάς του, ο χρόνος που περνά ο δυτικός άνθρωπος με τα βιβλία. Όσο κι αν το ιδεολόγημα της διά βίου παιδείας ενισχύεται, επίσης, δεν υπάρχει ενιαία αντίληψη για το σκοπό και τις μεθόδους μιας παιδείας που μπορεί να κρατάει μια ζωή.
Στόχους πολιτισμού, βέβαια, μπορούν ακόμα να θέτουν τα σχολεία και τα Πανεπιστήμια στην Ευρώπη. Το ερώτημα είναι: τους θέτουν; Είναι στόχοι κυρίαρχοι στη ζωή των σχολικών και των ακαδημαϊκών κοινοτήτων; Μήπως πρόκειται για παρεμπιπτόντως ασχολίες πολιτισμού, οι οποίες εξαντλούνται σε εκδηλώσεις που προετοιμάζονται και λαμβάνουν χώρα επειδή “έτσι πρέπει”; Έχω την εντύπωση ότι πρόκειται γι’ αυτό.
Ο Χορκχάιμερ, θεωρώ, που αναφερόταν στον πολιτισμό που υποχωρεί, εννοούσε αυτό που ρητά λέει: τη στενότητα του κύκλου των πραγματικά αλληλέγγυων αγωνιστών. Μπορούσε – και μπορεί - οι αγωνιστές αυτοί να είναι καλλιτέχνες, εργαζόμενοι, φοιτητές, διανοούμενοι, δημοσιογράφοι ακόμα και πολιτικοί. Είναι λίγοι που αγωνίζονται, πάντως, σήμερα, και οι πραγματικά αλληλέγγυοι ελάχιστοι. Συνήθως ελάχιστες ατομικότητες δίνουν μοναχικούς αγώνες όπως καθένας μπορεί και όσο αντέχει. Η πραγματική στέρηση πολιτισμού είναι αυτή της αλληλεγγύης, επομένως, των ανθρώπων που δίνουν έναν κάποιο αγώνα ενάντια στο σκοτάδι της βαρβαρότητας του κατεστημένου.
Στην ιστορία, σε περιόδους πολιτισμικής ομίχλης, το φως ερχόταν με συλλογικές φωταψίες αλληλέγγυων αγωνιστών, σε αγώνες πολιτικούς, κοινωνικούς, για την Τέχνη, για την Επιστήμη. Έτσι από την αριστοκρατική Ελλάδα, στην αρχαιότητα, ξεπήδησε η δημοκρατική Αθήνα. Έτσι από τον Μεσαίωνα γεννήθηκε η Αναγέννηση, στη Φιλοσοφία, την Τέχνη και στην Επιστήμη. Έτσι έλαμψαν οι τελευταίες αναλαμπές πολιτισμού στην Ευρώπη: ο Διαφωτισμός και ο Ρομαντισμός. Και εννοώ, φυσικά, τη συνέργεια των Διαφωτιστών φιλοσόφων σε Γαλλία και Γερμανία, όπως και τη Ρομαντική Επανάσταση στις χώρες αυτές, αλλά και στην Αγγλία και στην Ιταλία. Από τότε, εδώ και δύο αιώνες, εκκρεμεί στη Δυτική Ευρώπη, μ’ ένα διάλειμμα τη δεκαετία του ‘60 στη Γαλλία, μια μεγάλη επανάσταση πολιτισμού αλληλέγγυων αγωνιστών. Στη Δυτική Ευρώπη εκκρεμεί η επανάσταση, όμως, όχι στην Ελλάδα. Η Ελλάδα άρχισε πριν δύο αιώνες με την εθνική της επανάσταση, για να φθάσουμε στη μεγάλη πολιτική επανάσταση του ελληνικού λαού, πολλών αλληλέγγυων συντροφικών ομάδων, εναντίον της Δικτατορίας του ’67.

Ο πολιτισμός θα επιστρέψει στην Ευρώπη ως επανάσταση αλληλεγγύης. Πότε

Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

Ανθρώπινα δικαιώματα (;)

“…όπως ακριβώς δεν υπάρχει δικαίωμα που να μην πρέπει να διατηρηθεί για όσο διάστημα είναι γενικά χρήσιμο για την κοινωνία να διατηρείται, έτσι δεν υπάρχει και δικαίωμα που να μην πρέπει να καταργηθεί, όταν η κατάργησή του είναι χρήσιμη για την κοινωνία.” (Μπερτράν Μπινός, Τα ανθρώπινα δικαιώματα. Κριτική., μετ. Άρης Στυλιανού, επιμ. Γεράσιμος Βώκος, Αθήνα, εκδ. Πατάκη, 1997, σελ. 36.)  Τάδε έφη ο Jeremy Bentham (1748 – 1832), ο γνωστός Βρετανός ωφελιμιστής, στα Αναρχικά του Σοφίσματα. Όλο και περισσότερο, φαίνεται, η καταστρατήγηση των δικαιωμάτων, σήμερα, βρίσκει έρεισμα σε αυτή την ιδέα του Bentham ή απλώς την επιβεβαιώνει.
Το πρόβλημα φυσικά, πρωτογενώς, είναι ο ορισμός των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Είναι κοινωνικό προϊόν. Τα δικαιώματα είναι η οιονεί συλλογική αντίληψη μιας ανθρώπινης κοινότητας, εθνικής ή διεθνούς, για τον άνθρωπο και για όσα μπορούν να του συγχωρεθούν στο στίβο του κοινωνικού, ταξικού ανταγωνισμού. Έτσι, στο πλαίσιο της συναντίληψης για τον κοινωνικό άνθρωπο, υποτίθεται, συγχωρείται στα παιδιά ότι είναι παιδιά, στους ηλικιωμένους ότι είναι ηλικιωμένοι. Εξ ου και τα δικαιώματα των παιδιών και τα άλλα, των ηλικιωμένων. Η “ανθρωπιστική πρόοδος”, εν προκειμένω, συντελέστηκε μετά τον 19ο αιώνα, όταν, στα μεγάλα αστικά κέντρα στην Ευρώπη, κυρίως, αλλά και στην Αμερική, οι κατεξοχήν ευάλωτες ομάδες των μεγάλων πληθυσμών τους, τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι, υπέφεραν ήδη για δύο τουλάχιστον αιώνες από την “κοινωνική εξέλιξη”.
Χαρακτηριστικές “παροχές”, στο πλαίσιο της αναγνώρισης της ανάγκης για “προστασία” των αναξιοπαθούντων εκπροσώπων των ακραίων ηλικιών, ήταν το συνταξιοδοτικό σύστημα και η μαζικοποίηση της στοιχειώδους εκπαίδευσης. Έτσι, σύμφωνα με τη συλλογιστική του Bentham, εξυπηρετήθηκε το αίτημα της κατοχύρωσης χρήσιμων για την κοινωνία δικαιωμάτων. Για ποια κοινωνία πρόκειται, όμως; Για την κοινωνία των παιδιών και των ηλικιωμένων; Όχι προφανώς. Για το κοινωνικό κατεστημένο πρόκειται, που αναγνωρίζει και αποδίδει δικαιώματα όταν αυτό εξυπηρετεί την πρόθεση και τη μεθόδευση της διατήρησής του.
Οι εκφραστές της ίδιας “κοινωνίας”, σήμερα, της δυτικής, Ευρωπαϊκής, μεσούσης μιας οικονομικής κρίσης, κρίνουν ότι για το καλό της κοινωνίας, της ελληνικής ας πούμε, ως ευρωπαϊκής, πρέπει να περιοριστούν τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, τα ήδη καταστρατηγημένα, στην Ελλάδα, εδώ και πέντε χρόνια. Για χάρη και για τη σωτηρία ποιας κοινωνίας περιορίζονται τα δικαιώματα αυτά; Για χάρη, φυσικά, της κοινωνικής τάξης που θέλει τους συνταξιούχους περιττούς κοινωνούς στην κοινωνία που πληρώνει για τα χρέη των τραπεζών. Οι συνταξιούχοι δεν συνεισφέρουν στην αποπληρωμή των χρεών αυτών. Το αντίθετο: την καθυστερούν, αφού κοινωνικοί πόροι πηγαίνουν στις συντάξεις τους. Έσοδα του κοινωνικού κράτους δεκαετιών, κατατεθειμένα σε ταμεία συντάξεων, έπρεπε και αυτά, και πρέπει, να ξοδευτούν για την κάλυψη των ισολογισμών των τραπεζών.
Θύματα, φυσικά, θα πέσουν και τα παιδιά. Η μεταρρυθμιστική φρενίτιδα στην Εκπαίδευση, στην Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια και στην Κύπρο σήμερα, ενδεικτικά, αυτή τη σκοπιμότητα εξυπηρετεί: τον περιορισμό των κοινωνικών δαπανών για την παιδεία. Λιγότερα ειδικά μαθήματα, λιγότεροι εκπαιδευτικοί που τα διδάσκουν, λιγότεροι μισθοί που πληρώνονται.

Φυσικά, το επιχείρημα είναι “απλό”. Λιγότεροι που παράγουν, εξαιτίας της κρίσης, λιγότεροι φόροι που εισπράττονται, λιγότερες κοινωνικές δαπάνες που δικαιολογούνται, περισσότερα “κατοχυρωμένα” δικαιώματα που καταστρατηγούνται. Καλό είναι να εμπεδώσουμε το αξίωμα για την επιβεβλημένη καταστρατήγηση των δικαιωμάτων του Bentham. Όλο και περισσότερο θα το βρίσκουμε μπροστά μας. Μόνο που πρέπει να θυμόμαστε: τα δήθεν κατοχυρωμένα ανθρώπινα δικαιώματα είναι παραχωρημένα δικαιώματα όχι για το καλό της κοινωνίας γενικά, αλλά για το καλό της “κοινωνικής ειρήνης”, δηλαδή για χάρη της προστασίας των δικαιωμάτων, των απαράγραπτων, εκείνων που παίρνουν βίαια το δικαίωμα να έχουν περισσότερα από τους άλλους, και δεν περιμένουν να τους αναγνωριστεί τίποτε, και φυσικά όχι το δικαίωμα στη βία, στην απάτη, στο κοινωνικό έγκλημα…

Σάββατο 20 Ιουνίου 2015

Καθυστερήσεις...

             «Οι Έλληνες φάνηκαν μάλλον υπομονετικοί, καθώς χρειάστηκε στην Αθήνα αρκετός χρόνος -σχεδόν πέντε χρόνια- για να καταψηφίσει τα κόμματα εκείνα που χειρίστηκαν την κρίση κατά τρόπο εξαιρετικά επιβλαβή για τη χώρα» … «Οι Έλληνες υπέφεραν πολλά από λανθασμένες αποφάσεις που ελήφθησαν όχι μόνο από το ΔΝΤ αλλά και από τις προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις και τις ευρωπαϊκές αρχές, αποφάσεις που οδήγησαν την Ελλάδα σε σοβαρό αδιέξοδο.»   Αυτά δήλωσε ο εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Paulo Nogueira Batista στην ιστοσελίδα rt.com. (http://rt.com/news/268471-imf-greece-ukraine-loan/)
        Έρχεται να προστεθεί, η δήλωση αυτή, στην καταβεβλημένη διάθεση των πιστωτών της Ελλάδας των τελευταίων δύο ημερών. Πλήρης η απομάγευση του ωρυομένου πολυκέφαλου τέρατος που απειλούσε τους Έλληνες τέσσερις μήνες τώρα. Επιστεγάζει η δήλωση αυτή, του Batista, την αίσθηση που αποκομίσαμε από τον περίφημο εκνευρισμό του Ντάισελμπλουμ στην πρώτη του – περιώνυμη – συνάντηση με τον Γ. Βαρουφάκη: ότι εξ αρχής ήταν προσωπική υπόθεση, για τους επιτετραμμένους των Βρυξελών η υπόθεση της Ελλάδας. Σαν να διεκπεραίωναν – για λογαριασμό ποιων αφεντικών άραγε; - μια διατεταγμένη ευαίσθητη αποστολή.
          Batista, λοιπόν, και Ντάισελμπλουμ: δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Στη μια πλευρά του κάλπικο, στην άλλη του γνήσιο. Όλο μαζί άκυρο, το νόμισμα των νομισμάτων: το αμφιλεγόμενο Ευρώ. Άκυρο επειδή αποτέλεσμα μιας ψευδεπίγραφης επιχείρησης πολιτικής ολοκλήρωσης μέσω μιας πρόχειρης επιχείρησης οικονομικής συσσωμάτωσης. Για μια τέτοια συσσωμάτωση των χωρών της Ευρώπης δεν αρκούσε προφανώς το ενιαίο νόμισμα, ούτε τα συγκυριακά κατασκευασμένα οικονομικά στοιχεία των χωρών που εισέδυαν στα άδυτα της ευρωπαϊκής ομίχλης. Χρειαζόταν, για μια τέτοια ομογενοποίηση ανόμοιων μεταξύ τους παραγωγικά κρατών, πρωτίστως ο μηχανισμός που αναζητιέται τώρα: της αποφυγής του κατακερματισμού της Οικονομικής Ευρωπαϊκής Ένωσης εξαιτίας της οικονομικής “καθυστέρησης” κάποιων κρατών.
       Όμως, η “καθυστέρηση” αυτή ήταν προδιαγεγραμμένη. Η αποψίλωση της πρωτογενούς παραγωγικής βάσης των χωρών του Νότου, “για χάρη” της εξάρτησής τους από εισαγωγές και της συρρίκνωσης των εξαγωγών τους, προλείανε και κρατά ανοιχτό το έδαφος για την επέλαση των εξαγωγικών αρμάτων των χωρών του Βορρά. Έτσι, οι Νότιοι πληρώνουν σχεδόν για όλα και οι Βόρειοι εισπράττουν σχεδόν για τα πάντα.

         Για να επιστρέψω στη δήλωση του Batista, οι Έλληνες αποδείχθηκαν πρωτοπόροι στη διάγνωση της παθογένειας που περιέγραψα και ήκιστα υπομονετικοί. Τόσος χρόνος τους χρειάστηκε, απλώς, λίγος σχετικά, για να καταλάβουν ότι αν συνεχίσουν να εμπιστεύονται τα πρόβατά τους στους λύκους, θα δοκιμάζουν την απόγνωση της απώλειας της αξιοπρέπειάς τους τουλάχιστον. Στους Έλληνες επιβλήθηκε η καθυστέρηση στην οικονομική ανάπτυξη. Δεν μπορεί να τους επιβληθεί όμως - ποτέ δεν μπορούσε - η καθυστέρηση στην αντίληψη. Σε σχέση με αυτή την καθυστέρηση, “αξιόλογα” δείγματα έδιναν ανέκαθεν Βόρειοι και οι θιασώτες τους, οι εραστές της συγκυριακής ιστορικής επίπλευσης. Στιγμές τέτοιες της ιστορίας της Ευρώπης, όταν τις συναντάμε στις ιστορικές μας μελέτες, ξαφνιάζουν με την ανοησία των εμπνευστών τους. Το ίδιο θα ξαφνιαστούν οι αναγνώστες της δικής μας ευρωπαϊκής ιστορίας στο μέλλον. Η Ελλάδα, ελπίζουμε, θα αποτελέσει πάλι εξαίρεση…

Παρασκευή 19 Ιουνίου 2015

Συμβολισμοί...


   

… Είναι δύο οι ιδεολογίες που συγκρούονται εξ αφορμής της τρέχουσας περιπέτειας της Ελλάδας. Η μία είναι των δανειστών της, που διαχειρίζονται υπερεθνικά κεφάλαια λογιστικά ύποπτα. Η άλλη είναι των ανθισταμένων, που δεν αποδέχονται την εθνική καταδυνάστευση από διαχειριστές μιας συγκυριακής διεθνούς ισχύος. Στη βάση της δεύτερης ιδεολογίας θα ενισχυθεί στην πολιτική κονίστρα στην Ευρώπη το αίτημα της επανάκτησης της εθνικής υπόστασης, της διασφάλισης της κρατικής κυριαρχίας, της αυτοδύναμης διάθεσης των εθνικών πόρων των κρατών της Ευρώπης. Ο προλεταριακός διεθνισμός, έτσι, αυτονόητο στοίχημα για την αριστερή διακυβέρνηση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., υποχωρεί στο όνομα της αυτοδιάθεσης του ελληνικού λαού.
Πήρε προβάδισμα, είναι αλήθεια, ανεπαίσθητα αλλά κυριαρχικά, τα τελευταία είκοσι χρόνια, ο διεθνιστικός παρεμβατισμός του επεκτατικού κεφαλαιοποιητικού ηγεμονισμού των οικονομικά ισχυρών. Η δεξιά στην Ευρώπη, οι πολιτικές δυνάμεις συντήρησης των συσχετισμών δύναμης δηλαδή, έγινε δούρειος ίππος και ανέστειλε τους μηχανισμούς ολοκλήρωσης των εθνικών κρατών μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Όπως φαίνεται, όμως, αρκούσε μια αριστερή διακυβέρνηση μέσα στην Ευρώπη για να καταδειχθεί ότι προϋποτίθεται η εθνική της οικονομικής ευρωστίας.
Αν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, η κυβέρνηση του Α. Τσίπρα τα καταφέρει, τότε και άλλα ευρωπαϊκά κράτη θα διεκδικήσουν την αυτοτέλεια της ανάπτυξής τους. Αυτό θα φέρει πολύ κοντά το τέλος της εξωστρεφούς αφέλειας των καταχρεωμένων και υποτελών ευρωπαϊκών κρατών. Μαζί με την αφέλεια αυτή, θα καταπέσει και η φενάκη των καταχρεωμένων, επίσης, αλλά υπέρτερων κρατών ότι μπορούν να καταδυναστεύουν τους υπόλοιπους στο όνομα της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η Ελλάδα, πάλι, θα παίξει το ρόλο του φωτοφόρου ερμηνευτή ιδεοληπτικών στρεβλώσεων. Αν αντέξει στην τρέχουσα συγκυρία θα διαδραματίσει τον ίδιο κρίσιμο ρόλο που διαδραμάτισε και στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Δεν είναι τυχαίο που θέτει επιτακτικά το αίτημα των πολεμικών επανορθώσεων. Είναι συμβολική, περισσότερο, η αξίωση. Οι συμβολισμοί στην πολιτική, όμως, είναι καθοριστικοί για τις πολιτικές εξελίξεις.
Ποιος συμβολισμός θα υπερισχύσει; Ο φοβικός, της καθυστέρησης και της απώλειας του τραίνου της «προόδου» και της «ανάπτυξης» που εγκυμόνησε την καταστροφή; Ή ο συμβολισμός της καταγγελίας του οδηγού του τραίνου αυτού για υπερβολική ταχύτητα, η οποία μπορεί να στοιχίσει τη ζωή των επιβατών του; Σύντομα θα το δούμε.
Αν, επιπλέον, αληθεύουν τα αισιόδοξα μηνύματα που έρχονται από τη Ρωσία σήμερα· αν διανοιχθεί ο ορίζοντας της Ελλάδας στις αχανείς στέπες της όντως παραδοσιακής φίλης χώρας, τότε αυτή η συμβολική συνεργασία θα μας ξαναθυμίσει τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, και το πώς η Ρωσία, παίρνοντας τη σκυτάλη από την Ελλάδα, κατάφερε το καθοριστικό πλήγμα στον Γερμανικό επεκτατισμό. Είναι σύμπτωση; Δεν νομίζω. Μήπως αυτό φοβούνται περισσότερο οι δυτικοί «σύμμαχοι» της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένων των Αμερικανών; Είμαι σίγουρος!

Σε κάθε περίπτωση, δεν πρέπει να μας διαφύγει ότι τότε, πριν 65 χρόνια, και τώρα, ο ελληνικός λαός πληρώνει βαρύτατο τίμημα. Αν επαληθευθώ, και αξιοποιηθούν οι θυσίες του ακόμη μια φορά, τότε η Ιστορία δεν θα ξεχάσει την Ελλάδα. Αυτή, τουλάχιστον, δεν την ξέχασε ποτέ…

Πέμπτη 18 Ιουνίου 2015

Αρχή ημερολογίου (18 Ιουνίου 2015)

…Υπάρχει λόγος που αρχίζω τώρα το πολιτικό μου ημερολόγιο. Στην πραγματικότητα περισσότεροι λόγοι υπάρχουν από τον ένα που θα σημειώσω σήμερα, τον περισσότερο προφανή. Οι άλλοι θα αποκαλυφθούν σιγά – σιγά…
Θεωρώ πλεονέκτημα ότι έζησα ήδη 46 χρόνια και δεν άρθρωσα, ακόμα, συστηματικό πολιτικό λόγο, καθημερινό, όπως κάνουν οι πολιτικοί. Δεν υποχρεώθηκα, ευτυχώς, να το κάνω. Η ζωή μου κύλησε με σκέψεις διαχρονικές, φιλοσοφικές. Κι όταν έγραφα πολιτικά, πάλι φιλοσοφικά έγραφα…
Αισθάνομαι τυχερός γιατί τώρα, που θα αρθρώσω λόγο πολιτικό, ημερολογιακό, έμαθα να μιλώ αρκετά καλά μόνος μου, να μη χρειάζομαι τις τρέχουσες πολιτικές διαλέκτους για να εκφραστώ. Είναι σημαντικό αυτό. Για μένα που θα γράφω και για όσους με διαβάζουν. Εγώ θα αισθάνομαι ότι μιλώ ο ίδιος, κι εκείνοι που διαβάζουν ότι ακούν κάτι καινούργιο. Είναι και φιλοσοφικό αίτημα αυτό: ο λόγος που δεν μοιάζει με τους άλλους…
Σήμερα, επιπλέον, τώρα, σε αυτή τη φάση της ζωής μου, δεν έχω ένα σοβαρό άλλοθι, για να συνεχίσω να μη σκέφτομαι πολιτικά καθημερινά. Έσπασαν τα γυαλιά μου της πραγματικότητας! Είναι εκείνα τα γυαλιά που βλέπεις από πολύ κοντά πάντα τα πράγματα. Δεν ξεχωρίζεις τις λεπτομέρειές τους, έτσι, γιατί θολώνει το βλέμμα σου, ούτε μπορείς να δεις όλες τις διαστάσεις τους. Τώρα, αναγκαστικά, απομακρύνομαι, και λόγω ηλικίας, από το κείμενο της πραγματικότητας, για να μπορέσω να το διαβάσω…
Μου φαίνονται, λοιπόν, όλα άγνωστα. «Ευκαιρία», σκέφτομαι, «να τα γνωρίσω». Όλες οι αισθήσεις μου μαρτυρούν το ίδιο. Ούτε τα ακούσματα μου φαίνονται οικεία. Μου φαίνονται, για την ακρίβεια, ανοίκεια…
… Υπάρχει λόγος που αρχίζω να γράφω τώρα ημερολόγιο πολιτικής: η ανοίκεια πραγματικότητα γύρω μου· στην Κύπρο που ζω, στην Ελλάδα που υπάρχω, στον κόσμο που βρίσκομαι. Η Κριστίν Λαγκάρντ, σήμερα, δήλωσε: «Δεν θα υπάρξει περίοδος χάριτος. Η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει την 1η Ιουλίου, αν δεν πληρώσει τη δόση.» Ανοίκεια ανήμερη δήλωση της επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Ποιος θα χρεοκοπήσει ακριβώς; Τα χρεοκοπημένα ελληνικά νοικοκυριά; Οι χρεοκοπημένοι Έλληνες; Ο χρεοκοπημένος δεν χρεοκοπεί. Ζει τη χρεοκοπία του. Αυτό που εννοεί η Λαγκάρντ, ίσως,  είναι ότι οι Έλληνες θα σταματήσουν … να ζουν. Γιατί, όμως; Μεγαλύτερο ποσοστό χρεοκοπίας σημαίνει, ενδεχομένως, θάνατο; Δεν νομίζω. Πεθαίνει κανείς όταν … πεθαίνει.
Μου θυμίζει, ο ανήμερος πολιτικός λόγος της Λαγκάρντ, την απειλή βάναυσων γονιών στα παιδιά τους: «αν δεν τελειώσεις τα μαθήματά σου, δεν έχει … παιχνίδι»! Για να είμαστε ακριβείς, σήμερα, «δεν έχει τάμπλετ». Στο νου του παιδιού έρχεται η απάντηση: «όταν μεγαλώσω, σύντομα δηλαδή, θα έχω όλα όσα θέλω χωρίς να μπορείς να μου τα απαγορεύσεις. Προς το παρόν, σε μισώ!» Ερώτημα: δεν το ξέρουν οι γονείς ότι προκαλούν τέτοια συναισθήματα στα παιδιά τους; Δεν τους ενδιαφέρει… Έτσι και η Λαγκάρντ. Αδιαφορεί για τα συναισθήματα που προκαλεί στους Έλληνες: του μίσους, της αηδίας, της περιφρόνησης.   
Φυσικά, σκέφτομαι, ίσως πιστεύει ότι έχει δίκιο. Οι Έλληνες χρωστούν, πρέπει να πληρώσουν. Είναι το βασικό επιχείρημα για όλους που χρωστούν. Κι αν εκείνοι που χρωστούν δεν έχουν να πληρώσουν; Πρέπει! Κι αν τα παιδιά δεν μπορούν να τελειώσουν γρήγορα το διάβασμά τους; Πρέπει! Ποιος το επιτάσσει; Ο ισχυρός. Ο προσωρινά ισχυρός, δηλαδή, που με την προσωρινή του, πολύ προσωρινή εξουσία, αισθάνεται δυνατότερος από τον ανίσχυρο. Κάπου εδώ γίνονται σφάλματα, σοβαρά, κατανόησης των καταστάσεων που άνθρωπος βασανίζει άνθρωπο. Στη σκέψη του βασανιστή το θύμα αξίζει τα χειρότερα. Στη σκέψη του θύματος το αντίθετο. Κανένας, φυσικά, δεν μπορεί να κατανοήσει τον άλλον.
Ο καιρός θα περάσει. Οι μέρες που διανύουμε, της συγκυριακής πολιτικής αβεβαιότητας, θα σβήσουν πίσω μας, σαν ίχνη σε ακροθαλασσιά από το κύμα. Τα λόγια της Λαγκάρντ, επίσης, θα είναι δυσανάγνωστος θόρυβος, μακρινός, σε λίγες μέρες. Εμείς, όμως, θα είμαστε ακόμη εδώ. Οι Έλληνες θα είναι ακόμα εδώ, όπως το δέντρο στην κορυφή του γκρεμού, που κρέμεται από την άβυσσο. Η άβυσσος μας κρατάει όρθιους, στην άκρη του γκρεμού. Σ’ αυτή ριζώνουν οι ρίζες μας…
Χωρίς τα γυαλιά μου της πραγματικότητας, που έσπασαν, την άβυσσο τη βλέπω πεντακάθαρα. Είμαι σίγουρος, λοιπόν, που πάω. Επίσης, η φωνή μου αντηχεί ευχάριστα στ’ αυτιά μου: καθαρή. Δεν ακούγεται ο πολιτικός λόγος, συνήθως, έτσι. Ή μουρμουρητό γίνεται ή στριγκλιά. Και τα δύο, προσωπικά, με τρομάζουν. Στην πρώτη περίπτωση αισθάνομαι ότι κάτι απεργάζονται σε βάρος μου. Στη δεύτερη ότι δεν μιλάνε σ’ εμένα. Εγώ προτιμώ ν’ ακούγομαι καθαρά. Κι ας μην αρέσουν αυτά που λέω.

    
Δεν έχω, πάντως, να κρύψω κάτι. Ούτε να πείσω, θέλω, με ρητορικές απειλές. Ούτε να κουράζω θέλω, φυσικά, με τον λόγο μου. Αρκετά, λοιπόν, για σήμερα… Καλό βράδυ!