…Υπάρχει λόγος που αρχίζω τώρα το πολιτικό μου ημερολόγιο.
Στην πραγματικότητα περισσότεροι λόγοι υπάρχουν από τον ένα που θα σημειώσω σήμερα,
τον περισσότερο προφανή. Οι άλλοι θα αποκαλυφθούν σιγά – σιγά…
Θεωρώ πλεονέκτημα ότι έζησα ήδη 46 χρόνια και δεν άρθρωσα,
ακόμα, συστηματικό πολιτικό λόγο, καθημερινό, όπως κάνουν οι πολιτικοί. Δεν
υποχρεώθηκα, ευτυχώς, να το κάνω. Η ζωή μου κύλησε με σκέψεις διαχρονικές,
φιλοσοφικές. Κι όταν έγραφα πολιτικά, πάλι φιλοσοφικά έγραφα…
Αισθάνομαι τυχερός γιατί τώρα, που θα αρθρώσω λόγο πολιτικό,
ημερολογιακό, έμαθα να μιλώ αρκετά καλά μόνος μου, να μη χρειάζομαι τις τρέχουσες
πολιτικές διαλέκτους για να εκφραστώ. Είναι σημαντικό αυτό. Για μένα που θα
γράφω και για όσους με διαβάζουν. Εγώ θα αισθάνομαι ότι μιλώ ο ίδιος, κι
εκείνοι που διαβάζουν ότι ακούν κάτι καινούργιο. Είναι και φιλοσοφικό αίτημα
αυτό: ο λόγος που δεν μοιάζει με τους άλλους…
Σήμερα, επιπλέον, τώρα, σε αυτή τη φάση της ζωής μου, δεν
έχω ένα σοβαρό άλλοθι, για να συνεχίσω να μη σκέφτομαι πολιτικά καθημερινά.
Έσπασαν τα γυαλιά μου της πραγματικότητας! Είναι εκείνα τα γυαλιά που βλέπεις
από πολύ κοντά πάντα τα πράγματα. Δεν ξεχωρίζεις τις λεπτομέρειές τους, έτσι, γιατί
θολώνει το βλέμμα σου, ούτε μπορείς να δεις όλες τις διαστάσεις τους. Τώρα,
αναγκαστικά, απομακρύνομαι, και λόγω ηλικίας, από το κείμενο της πραγματικότητας,
για να μπορέσω να το διαβάσω…
Μου φαίνονται, λοιπόν, όλα άγνωστα. «Ευκαιρία», σκέφτομαι, «να
τα γνωρίσω». Όλες οι αισθήσεις μου μαρτυρούν το ίδιο. Ούτε τα ακούσματα μου
φαίνονται οικεία. Μου φαίνονται, για την ακρίβεια, ανοίκεια…
… Υπάρχει λόγος που αρχίζω να γράφω τώρα ημερολόγιο
πολιτικής: η ανοίκεια πραγματικότητα γύρω μου· στην Κύπρο που ζω, στην Ελλάδα
που υπάρχω, στον κόσμο που βρίσκομαι. Η Κριστίν Λαγκάρντ, σήμερα, δήλωσε: «Δεν θα υπάρξει περίοδος χάριτος. Η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει την 1η Ιουλίου, αν δεν πληρώσει τη δόση.» Ανοίκεια ανήμερη δήλωση της επικεφαλής του Διεθνούς
Νομισματικού Ταμείου. Ποιος θα χρεοκοπήσει ακριβώς; Τα χρεοκοπημένα ελληνικά
νοικοκυριά; Οι χρεοκοπημένοι Έλληνες; Ο χρεοκοπημένος δεν χρεοκοπεί. Ζει τη
χρεοκοπία του. Αυτό που εννοεί η Λαγκάρντ, ίσως, είναι ότι οι Έλληνες θα σταματήσουν … να ζουν.
Γιατί, όμως; Μεγαλύτερο ποσοστό χρεοκοπίας σημαίνει, ενδεχομένως, θάνατο; Δεν
νομίζω. Πεθαίνει κανείς όταν … πεθαίνει.
Μου θυμίζει, ο ανήμερος πολιτικός λόγος της Λαγκάρντ, την απειλή
βάναυσων γονιών στα παιδιά τους: «αν δεν τελειώσεις τα μαθήματά σου, δεν έχει …
παιχνίδι»! Για να είμαστε ακριβείς, σήμερα, «δεν έχει τάμπλετ». Στο νου του
παιδιού έρχεται η απάντηση: «όταν μεγαλώσω, σύντομα δηλαδή, θα έχω όλα όσα θέλω
χωρίς να μπορείς να μου τα απαγορεύσεις. Προς το παρόν, σε μισώ!» Ερώτημα: δεν
το ξέρουν οι γονείς ότι προκαλούν τέτοια συναισθήματα στα παιδιά τους; Δεν τους
ενδιαφέρει… Έτσι και η Λαγκάρντ. Αδιαφορεί για τα συναισθήματα που προκαλεί στους
Έλληνες: του μίσους, της αηδίας, της περιφρόνησης.
Φυσικά, σκέφτομαι, ίσως πιστεύει ότι έχει δίκιο. Οι Έλληνες
χρωστούν, πρέπει να πληρώσουν. Είναι το βασικό επιχείρημα για όλους που
χρωστούν. Κι αν εκείνοι που χρωστούν δεν έχουν να πληρώσουν; Πρέπει! Κι αν τα
παιδιά δεν μπορούν να τελειώσουν γρήγορα το διάβασμά τους; Πρέπει! Ποιος το
επιτάσσει; Ο ισχυρός. Ο προσωρινά ισχυρός, δηλαδή, που με την προσωρινή του,
πολύ προσωρινή εξουσία, αισθάνεται δυνατότερος από τον ανίσχυρο. Κάπου εδώ
γίνονται σφάλματα, σοβαρά, κατανόησης των καταστάσεων που άνθρωπος βασανίζει
άνθρωπο. Στη σκέψη του βασανιστή το θύμα αξίζει τα χειρότερα. Στη σκέψη του θύματος
το αντίθετο. Κανένας, φυσικά, δεν μπορεί να κατανοήσει τον άλλον.
Ο καιρός θα περάσει. Οι μέρες που διανύουμε, της συγκυριακής
πολιτικής αβεβαιότητας, θα σβήσουν πίσω μας, σαν ίχνη σε ακροθαλασσιά από το
κύμα. Τα λόγια της Λαγκάρντ, επίσης, θα είναι δυσανάγνωστος θόρυβος, μακρινός,
σε λίγες μέρες. Εμείς, όμως, θα είμαστε ακόμη εδώ. Οι Έλληνες θα είναι ακόμα εδώ,
όπως το δέντρο στην κορυφή του γκρεμού, που κρέμεται από την άβυσσο. Η άβυσσος μας
κρατάει όρθιους, στην άκρη του γκρεμού. Σ’ αυτή ριζώνουν οι ρίζες μας…
Χωρίς τα γυαλιά μου της πραγματικότητας, που έσπασαν, την
άβυσσο τη βλέπω πεντακάθαρα. Είμαι σίγουρος, λοιπόν, που πάω. Επίσης, η φωνή
μου αντηχεί ευχάριστα στ’ αυτιά μου: καθαρή. Δεν ακούγεται ο πολιτικός λόγος,
συνήθως, έτσι. Ή μουρμουρητό γίνεται ή στριγκλιά. Και τα δύο, προσωπικά, με
τρομάζουν. Στην πρώτη περίπτωση αισθάνομαι ότι κάτι απεργάζονται σε βάρος μου.
Στη δεύτερη ότι δεν μιλάνε σ’ εμένα. Εγώ προτιμώ ν’ ακούγομαι καθαρά. Κι ας μην
αρέσουν αυτά που λέω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου