Τι απέμεινε
αναρωτιούνται, δικοί της και αντίπαλοι, από τη Νέα Δημοκρατία; Αυτό που υπήρχε,
υποστηρίζω· δεν άλλαξε κάτι. Με το φιάσκο των εκλογών τους, απλώς,
επιβεβαιώθηκε η παντελής έλλειψη εσωτερικής συνοχής και οργανωτικής συγκρότησης
του κόμματος, ελλείψει του «μεγάλου αρχηγού». Ανέκαθεν η Ν.Δ. ήταν η οργανωμένη
κομματική έκφραση της πολιτικής προσωπολατρίας
στην ελληνική κοινωνική ζωή. Οι ιστορικοί
«χαρισματικοί» της ηγέτες, τα απολιθώματα σκοτεινών περιόδων της ελληνικής ιστορίας,
επανέκαμψαν μετά την επταετία των φαντασμάτων ως «φρέσκοι» εκπρόσωποι του
πολιτικού πολιτισμού στην Ελλάδα.
Ο ελληνικός
λαός, ο πολιτικά απολίτιστος με ευθύνη των ίδιων αυτών προσώπων από τον δεύτερο
παγκόσμιο πόλεμο και μετά, ψήφιζε στα πρόσωπά τους, από το ’74 , θολές αναμνήσεις
από εποχές που ο Καραμανλής, ο Ράλλης και ο Μητσοτάκης ήταν φωτογραφίες με
πλαίσιο σε εφημερίδες που οι περισσότεροι Έλληνες δεν ήξεραν να διαβάσουν. Υπερφίαλοι
στον πυρήνα τους, αλλά με την εμφάνιση του συνετού, ηγετίσκοι, μαριονέττες στα
χέρια των ξένων ταγών του ελληνικού έθνους προ Χούντας, αναβαθμίστηκαν σε εθνικούς
διασώστες της Μεταπολίτευσης, «καθαροί» από την καπνιά εποχών που οι Έλληνες καίγονταν
όπως το κάρβουνο στα τραίνα της δεκαετίας του ‘40, του ‘50.
Ο τελευταίος, εξ
αντανακλάσεως λόγω καταγωγής, τέτοιος ηγέτης της Ν.Δ., ήταν ο Κ. Καραμανλής, ο
ανιψιός. Αυτός, αποδείχθηκε, ήταν η τελευταία μαγική εικόνα της ελληνικής
πολιτικής ζωής και ιστορίας. Άνθρωπος επιλεκτικά οικείος, όπως ο θείος του, κατά
τα άλλα παθολογικά αδιάφορος, όπως ο θείος του, κυβέρνησε χωρίς να το
καταλάβει, δυνάμει ενός κομματικού και ευνοιοκρατικού μηχανισμού που λειτουργεί
όταν η Ν.Δ. έχει κεφαλή, έστω και ανδρείκελου. Όταν ο έτερος εξ αντανακλάσεως
οικογενειακής «ηγέτης», του διαγγέλματος του Καστελόριζου, στέρησε από τη δεξιά
την εξουσία, ο Κ. Καραμανλής, ως μαγική εικόνα, άλλαξε αμέσως όψη. Πήρε τη
μορφή με την οποία αισθανόταν καλά, του ανθρώπου που κληρονόμησε τον κόσμο των
σκιών της δεξιάς, και πέρασε και ο ίδιος σε αυτόν τον κόσμο: ο σκιώδης
πρωθυπουργός μιας δυναστείας δημοσιογράφων ιεροκηρύκων και καλόγερων
επιχειρηματιών...
Το αρχηγικό χρίσμα
στον Α. Σαμαρά, στη συνέχεια, ήταν ο προάγγελος της κατάρρευσης του δεξιού οικοδομήματος,
στο οποίο ο Σαμαράς είχε βάλει τους δυναμίτες ως υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης
Μητσοτάκη, είκοσι χρόνια πριν. Ο εφιάλτης της οικογένειας Μητσοτάκη είχε
επιστρέψει, και το φυτίλι στους δυναμίτες είχε ανάψει ο Κ. Καραμανλής, σαν να
μην ήθελε πίσω του, μετά την αποχώρηση και τη συνταξιοδότησή του, να μείνει
τίποτα από το κόμμα του θείου του, το οποίο μαγάρισαν τα χέρια του Κρητικού αντιπάλου
του από τη δεκαετία του ’60, του μεγάλου Αποστάτη.
Ο Α. Σαμαράς,
αποχωρώντας κι αυτός, έδωσε το χρίσμα
στον Ε. Μεϊμαράκη, για να καεί το φυτίλι πολύ γρήγορα… Έτσι και κάηκε!
Με την ανάδειξη του Μεϊμαράκη ως μεταβατικού Προέδρου, ο Α. Σαμαράς ήξερε ότι
θα έκαιγε το τελευταίο χαρτί μιας υποφερτής αρχηγίας στη Ν.Δ., που θα εξέφραζε
το σύνδρομο της αρχηγοπληξίας των οπαδών της. Θα προκαλούσε, όπως έγινε, ρήξη
στον αδελφικό δεσμό των παιδιών του Μητσοτάκη, της Ντόρας και του Κυριάκου,
αφού η Ντόρα, χωρίς κομματικά ερείσματα για να αναδειχθεί αρχηγός, θα
προσπαθούσε να στηρίξει τον Ε. Μεϊμαράκη, και ο Κυριάκος, που δεν είχε ελπίδα
με τον Μεϊμαράκη αρχηγό, αφού τον είχε προσεταιριστεί η αδελφή του, θα επεδίωκε
να γίνει ο ίδιος αρχηγός, εκμεταλλευόμενος τις αντίπαλες του Μεϊμαράκη δυνάμεις
μέσα στο κόμμα.
Παράλληλα, όμως,
ο Σαμαράς ενεθάρρυνε υπόγεια την υποψηφιότητα του Α. Γεωργιάδη, στον οποίο ο ίδιος
είχε ανοίξει τα άδυτα της Ν.Δ., και τον είχε εγκαταστήσει στο κόμμα με αξιώματα
πρωτοφανή για τον άνθρωπο και το θυμικό του. Επειδή αν το έκανε μόνο γι’ αυτόν
θα κινούσε υποψίες, μαζί του «βολεύτηκε» και ο Βορίδης, του οποίου τεχνηέντως ο
Γεωργιάδης εμφανιζόταν ως σκιά, αφού, στο τέλος, ο Γεωργιάδης θα επωφελούνταν
του μηχανισμού Σαμαρά και των Σαμαρικών υπογραφών για το χρίσμα. Συμβολικά, επίσης,
ο τότε πρωθυπουργός Σαμαράς είχε κάνει κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο τον Γεωργιάδη,
όπως και τον Κ. Μητσοτάκη, σαν να προδιέγραφε τις εξελίξεις που θα έρχονταν
σύντομα…
Ο Α.
Τζιτζικώστας, τέλος, ήταν ο πολιορκητικός κριός της αντεπίθεσης του βαθέως
κράτους της παρασκηνιακής δεξιάς, που έκανε την ύστατη προσπάθεια να
εξουδετερώσει τις μεθοδεύσεις Σαμαρά. Στην ουσία, ο Τζιτζικώστας εκπροσωπεί τη
δυναστεία των γαλάζιων φρουρών του Κ. Καραμανλή, του θείου, ο οποίος σε
οικογένειες Τζιτζικώστα στηρίχθηκε στο εσωτερικό για να διέρχεται χωρίς να
απειλείται η ηγεσία του από δελφίνους. Και αυτή όμως η υποψηφιότητα, του Α.
Τζιτζικώστα, δεν ενόχλησε τον Α. Σαμαρά, ο οποίος, ήδη ως απών από την
προεκλογική εκστρατεία του δημοψηφίστατος του Ιουλίου, είχε ηχηρά προαναγγείλει
τον καταλυτικό και ύστατο ρόλο του στην κακή μοίρα της Ν.Δ..
Το μείγμα των
τεσσάρων υποψηφιοτήτων, όπως αριστοτεχνικά τις μεθόδευσε ο Σαμαράς, ήταν, όπως αποδείχθηκε,
εκρηκτικό. Τα κομμάτια του κόμματος, όπως το κομμάτιασε ο πρώην πρωθυπουργός,
δεν θα ενωθούν, επειδή ποτέ δεν ήταν ενωμένα. Ο αρχηγός που θα προκύψει κάποια
στιγμή, όποιος κι αν είναι, θα έχει επιβιώσει από έναν αιματηρό κομματικό εμφύλιο.
Τότε η Ν.Δ. θα γίνει πάλι το αρχηγικό κόμμα που έχουμε συνηθίσει, έτοιμο να
προωθήσει τον αρχηγό της στην πρωθυπουργία. Το κόμμα τότε, όμως, θα είναι
μικρό, σκιά του εαυτού του, αφού εν τω μεταξύ άλλοι θα εκπροσωπήσουν τους νέους,
κυρίως, δυνητικούς ψηφοφόρους του.
Η Δεξιά στην
Ελλάδα δεν θα είναι ποτέ πια η ίδια. Η Ν.Δ. δεν θα ξαναγίνει το κόμμα μιας
μάζας «φιλήσυχων» νοικοκυραίων ψηφοφόρων, εύπιστων χειροκροτητών των ηγετών της
παράταξης. Οι μελλοντικές ηγεσίες της Ν.Δ. θα φαίνονται αυτό που θα είναι:
φαιδρά προσχήματα για θρασέα εγχειρήματα κατάληψης της εξουσίας! Οι πρώην
φιλήσυχοι ψηφοφόροι της Ν.Δ., οι μη επωφελούμενοι από τον κομματικό μηχανισμό, θα
γίνουν, με τα καμώματα των ύποπτων δελφίνων, φιλύποπτοι πολίτες, και η Ν.Δ. θα
γίνει κόμμα που θα πρέπει να πείσει για τις προθέσεις του. Η διαδικασία αυτή θα
πάρει καιρό για το κόμμα και θα γίνει ευκαιρία για τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α.: να κάνει τη
διαφορά σε μια Ελλάδα που δεν μπορεί να περιμένει τη Ν.Δ. να «φιλοτεχνήσει» την
καινούρια της ταυτότητα!