Οι πρόσφυγες που παραδέρνουν στη διαδρομή από τη Μέση Ανατολή
στο πουθενά μάς δίνουν την ευκαιρία να σκεφτούμε κάτι σημαντικό: η ανθρωπιστική
κρίση που προκάλεσε η κερδοσκοπική ασυδοσία των τζογαδόρων τραπεζιτών Ευρώπης
και Αμερικής, «περιορισμένη» καθώς ήταν, υποτίθεται, σε κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής
Ένωσης, δεν πανικόβαλε τους ταγούς του ευρω-συστήματος όπως τους πανικοβάλλει η
ειρηνική επέλαση των καταδιωγμένων από τις εστίες τους, Σύριων και άλλων. Λες
και δεν είναι άνθρωποι εκείνοι που δυστυχούν ως πολίτες της Ελλάδας και της
Ισπανίας και των άλλων χωρών που βρέθηκαν στο κέντρο της δίνης της κρίσης,
εκείνοι που αυτοκτονούσαν και αυτοκτονούν…
Εμείς, βέβαια, οι πολίτες των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
είμαστε υπό τον έλεγχο των κρατών μας. Η ζωή – και ο θάνατός μας – διέπεται από
τους εθνικούς και τους ευρωπαϊκούς νόμους. Όσοι όμως, τώρα, κατά χιλιάδες,
περιφέρονται στην Ελλάδα ως πρόσφυγες και ζητούν να περάσουν τα βόρεια σύνορα
για να διαχυθούν στην Ευρώπη, είναι ανεξέλεγκτες ανθρώπινες μάζες, που δεν περιορίζονται
από καμία συνθήκη ευρωπαϊκή, δεσμευτική για τη ζωή τους. Η Ευρώπη αρνείται να
υποδεχθεί, όπως υποτίθεται συνομολογήθηκε, όσους διαφεύγουν των σφαγών που
συντελούνται στη γη τους.
Ο λόγος είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί ζητούν βοήθεια χωρίς να
έχουν να προσφέρουν τίποτα. Αυτό ξεφεύγει από τα όρια της αντίληψης, ατομικής
και συλλογικής, των Ευρωπαίων. Μόνο οι Έλληνες το καταλαβαίνουν και προσπαθούν
να το διαχειριστούν ως συνθήκη μιας ζωής στην πατρίδα τους που περιέχει και
ξένους, ανέστιους, αβοήθητους ανθρώπους. Αυτό που σκέφτονται οι Έλληνες, στην
πλειοψηφία τους, είναι ότι πρέπει να βοηθήσουν τον πάσχοντα συνάνθρωπό τους,
όποιας εθνικότητας, χρώματος, θρησκείας, ηλικίας. Δεν έχουν κάτι να κερδίσουν
από τη βοήθεια που προσφέρουν, και μάλιστα γι’ αυτό το κάνουν.
Αυτή είναι η διαφορά ακόμα, ευτυχώς, των Ελλήνων από αρκετούς
άλλους ευρωπαϊκούς πληθυσμούς. Ο Έλληνας ακόμα βρίσκει ότι αξίζει να βοηθάει
χωρίς αντάλλαγμα, επειδή αυτό τον κάνει να αισθάνεται καλά για τον εαυτό του.
Είναι αυτό που ποτέ δεν έμαθαν ή το ήξεραν και το ξέχασαν άλλοι ευρωπαϊκοί
πληθυσμοί ή, σε κάθε περίπτωση, δεν το ευνοούν οι ηγεσίες τους. Η ελληνική
ηγεσία, που το ευνοεί, στην ουσία υποστηρίζει τον αυθορμητισμό των Ελλήνων
πολιτών, οι οποίοι, όσα και αν πάσχουν εξαιτίας της παθογένειας που εγκυμονεί η
συνύπαρξή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση με πληθυσμούς αλλιώς διακείμενους, δεν
διστάζουν να υποστηρίξουν με το υστέρημα των δυνάμεών τους όσους μπορούν,
ανίσχυρους και απελπισμένους πρόσφυγες.
Οι Έλληνες θα επιβιώσουν και έτσι. Όπως επεβίωσαν
ανθιστάμενοι σε πλείστες όσες επιθέσεις έξωθεν και έσωθεν, θα επιβιώσουν και
τώρα. Εκείνοι που αισθάνονται ότι απειλείται η επιβίωσή τους από πεινασμένα
παιδιά και ανήμπορους ηλικιωμένους, από γυναίκες σε απόγνωση και από ανάπηρους
πρόσφυγες, δεν καταλαβαίνουν ότι ο μεγάλος τους εχθρός είναι ο ανερμάτιστος εθνικισμός
που γιγαντώνεται στα σπλάγχνα χωρών όπως η Αυστρία, στην οποία άλλωστε δεν
είναι ξένη ούτε η νοοτροπία ούτε τα αισθήματα που ευνοεί ο φασισμός.
Όσο κι αν η Ελλάδα πάσχει από την αδυναμία της να φιλοξενήσει
όπως θα ήθελε τους πρόσφυγες, οι αντιδράσεις των γειτόνων, κοντινών και
μακρινών της στην Ευρώπη, δεν θα
την πλήξουν περισσότερο απ’ όσο έχει πληγεί ήδη. Αντίθετα, είναι η ευκαιρία για
τους Έλληνες, λαό και ηγεσία, να επαναπροσδιοριστούμε εθνικά σε αυτό που είμαστε:
έθνος που ανέκαθεν αφομοίωνε το διαφορετικό επειδή είχε τη δύναμη να πείθει για
τις δικές του αξίες. Αυτή τη δύναμη δεν την έχει η υπόλοιπη Ευρώπη, με
διαβαθμίσεις φυσικά. Δεν έχουν τη δύναμη να υποδεχθούν τους πρόσφυγες όχι
επειδή οι προθέσεις των προσφύγων είναι αλλότριες και ύποπτες, αλλά επειδή οι
ίδιοι που βδελύττονται τους ανέστιους δεν έχουν εμπιστοσύνη στην ηθική τους υπόσταση,
που θα τους επιτρέψει να παραχωρήσουν χώρο στη γη και την ψυχή τους σ’ εκείνους
που, ενδεείς και περιδεείς όντες, μόνο την ψυχή και τα χέρια τους έχουν να
δώσουν στη χώρα που θα τους φιλοξενήσει.
Είναι
ευκαιρία οι Έλληνες να πιστέψουμε περισσότερο σε αυτό που είμαστε και να
πάψουμε να οικτίρουμε εαυτούς που δεν μπορέσαμε να γίνουμε αυτό που
απεχθανόμαστε: εγωπαθή ανθρωποειδή, που τρέμουν στην ιδέα ότι το προσφυγόπουλο
που κλαίει από την εξάντληση θα μας διαλύσει την εντύπωση ότι ζούμε σ’ έναν
κόσμο που φτιάχτηκε μόνο για εμάς…